Οι Άραβες… και η άρνηση ίδρυσης Παλαιστινιακού Κράτους

της Άννας Κωνσταντινίδου*

Χθες, συμπληρώθηκαν 4 χρόνια από την υπογραφή των Συμφωνιών του Αβραάμ, μία παρακαταθήκη της Κυβέρνησης Τραμπ στη Διεθνή Διπλωματία που η σημασία της “ξεδιπλώνεται” όλον αυτόν τον καιρό του πολέμου στο ισραηλινό έδαφος.

Η πρώτη εικόνα, όπως γίνεται αντιληπτό, είναι από την ημέρα υπογραφής των Συμφωνιών ανάμεσα σε Ισραήλ, ΗΑΕ και Μπαχρέιν.

Η δεύτερη φωτογραφία τι απεικονίζει; Είναι ο φράχτης που κατασκεύασαν οι Αιγύπτιοι στα σύνορά τους με την Γάζα, ώστε να εμποδιστεί η διέλευση κατοίκων από την τελευταία.

Όλο αυτόν τον καιρό του πολέμου, και ανατρέχοντας στο πλούσιο αρχειακό υλικό από παλαιτυπα βιβλία και επίσημα αρχεία που είχα συλλέξει για τη συγγραφή της διδακτορικής διατριβής μου, και ειδικά δίνοντας έμφαση στο υλικό αυτό που ο Υπεξ του ΗΒ, Ήντεν πρότεινε τόσο μετά την Συνθήκη του Μοντρέ (1937) η οποία αφορούσε την κατάργηση των διομολογησεων από τα αραβικά περιβάλλοντα, όσο και το 1939 τη δημιουργία Κράτους Παλαιστινιακού, προσπαθώ να καταλάβω γιατί οι Άραβες δεν δέχθηκαν.
(Σημ. Οι περισσότεροι γνωρίζουμε τη Συνθήκη του Μοντρέ, ένα χρόνο πριν,και πάλι συνομολογήθηκε στο Μοντρέ που αφορούσε τα Δαρδανέλια).

Ως γνωστόν, και αυτό το γνωρίζουν ιδιαίτερα καλά όσοι μελετούν αρχεία και έχουν εντρυφήσει στην “ανάγνωση” και επιστημονική διαχείριση και κατανόησή τους, η απάντηση συνήθως δεν εμπεριέχεται σε ένα πχ κείμενο, αλλά αποτελεί ένα συμπίλημα λόγων, εθνολογικής, κοινωνικής και πολιτικής διάστασης. Όπως αναφέρω συχνά στη δημόσια αρθρογραφία μου, ακόμα κι αν δεν υπήρχαν οι Εβραίοι, ακόμα και αν δεν είχε δημιουργηθεί το Κράτος του Ισραήλ, ακόμα και αν δεν υπήρχαν τα αποικιοκρατικής φύσης κείμενα της πρώτης δεκαετίας του 20ου αι. (Μέσα σε αυτό συγκαταλέγεται η Διακήρυξη Μπάλφουρ), οι Άραβες το μόνο σίγουρο είναι ότι Παλαιστινιακό Κράτος δεν θα δημιουργούσαν. Και εύλογα θα ρωτήσει κάποιος, τότε γιατί όλοι αυτοί οι αραβοϊσραηλινοί πόλεμοι από το 1948 μέχρι τη δεκαετία του 1970;

Εάν ο Παναραβισμός λάμβανε σάρκα και οστά στην πραγματική διάστασή του, δεν θα υπήρχε ποτέ αιματοκύλισμα στο χώρο αυτό που μέχρι σήμερα μαίνονται οι συγκρούσεις.

Αυτό που διαφαίνεται μέσα από το αρχειακό υλικό, οι Άραβες με ηγετική φυσιογνωμία την πολιτική οντότητα της Αιγύπτου είχαν στόχο αφενός την ενοποίηση των φυλετικών ομάδων τους κάτω από μία ενιαία Αρχή, αφετέρου τη συμμετοχή όλων των θρησκευτικών και εθνικών ομάδων με ιστορική παρουσία στο γεωγραφικό χώρο της Μέσης Ανατολής σε ένα πολιτικο ανώτατο όργανο ανεξάρτητα της πολιτειακής διαφοροποίησης των εδαφών τους. Γι’ αυτό, και όταν άρχισαν τα επαναστατικά κινήματα στην ευρύτερη περιοχή, με πρώτη εξ αυτών επαναστατική δράση, το κίνημα του Όραμπι στην Αίγυπτο στα τέλη του 19ου αι., έγινε έκκληση συμμετοχής και συμμετείχαν σε αυτό οποιαδήποτε φυλετική και θρησκευτική ομάδα.

Άλλωστε, οι Κόπτες Άραβες ήσαν αυτοί, κι όχι οι Μουσουλμάνοι που οργάνωσαν τα επαναστατικά κινήματα. Άλλωστε οι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα Άραβες ήσαν στην πλειοψηφία τους φελλάχοι, καλλιεργητές γης που δεν διέμεναν στα αστικά κέντρα και δεν τους ενδιέφεραν οι πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που πραγματοποιούνταν στην κεντρική διοίκηση. Για τους κατοίκους του μεσανατολικού περιβάλλοντος, οποιαδήποτε θρησκευτικής και φυλετικής υπόστασης, ο εχθρός ήταν ένας και ήταν οι αποικιοκράτες (Άγγλοι και Γάλλοι, κυρίως).

Όλες οι κινήσεις στο γεωγραφικό έδαφος της Μέσης Ανατολής, πολλώ δε μάλλον στον ιστορικό χώρο της Παλαιστίνης δεν έφεραν εθνοτική ή φυλετική ή θρησκευτική διάσταση, ακόμα και μετά τη Διακήρυξη Μπάλφουρ (1917), αλλά αντίθετα έφεραν την “υπογραφή” ενός αποικιοκρατούμενου κόσμου που μαχόταν εναντίον του αποικιοκράτη. Για το λόγο αυτό άλλωστε, τα πολιτικά κόμματα που είχαν αναπτυχθεί στο ιστορικό χώρο της Παλαιστίνης ήταν με κοινή συμμετοχή Εβραίων και Αράβων.

Το 1934, ο Εβραίος Norman Betwich,ο οποίος είχε τοποθετηθεί από τη Βρετανική Διοίκηση ως Γενικός Εισαγγελέας της Παλαιστίνης, είχε κάνει την ακόλουθη δήλωση: ” …οι Ιουδαίοι από την πλευρά τους δεν ζητούν πολιτική ισχύ ή εθνική κυριαρχία…δεν έχουν ούτε την ανάγκη ούτε την επιθυμία να διοικούν άλλους λαούς. Το μόνο που επιθυμούν είναι να αποτελέσουν ένα πλήρες μέρος των δομών διακυβερνήσεως της χώρας μαζί με τους Άραβες κατοίκους…”

Επίσης, ας μην ξεχνάμε ότι η Αίγυπτος, ο πολιτικός και πολιτειακός ομφαλός του Αραβισμού στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, αλλά και τις δύο πρώτες δεκαετίες των εθνικών επαναστάσεων των Αράβων, είχε μία μεγάλη και ισχυρή κοινότητα Εβραίων.

Ο Παναραβισμός εξελίχθηκε σε φυλετικό κίνημα κυρίως και μοναδικά για να συσπειρώσει τις αραβικές φυλές και κυρίως τους νομάδες που ζούσαν στην ύπαιθρο των πολιτικών οντοτήτων εναντίον των εγκάθετων από τους αποικιοκράτες κυβερνήσεών τους. Και ήταν ένα κίνημα που έλαβε αυτή την διάσταση και κυρίως αυτό το όνομα, γιατί πρέπει να ξέρουμε στη γενική εικόνα, οι μη Μουσουλμάνοι Άραβες ήθελαν να απαγκιστρώσουν τους Μουσουλμάνους Άραβες από μία εγκάθετη διοίκηση που το μόνο που την ένωνε με το λαό της ήταν το θρήσκευμα.

Διαβάζοντας τις επίσημες Εκθέσεις κυρίως των Βρετανών αποικιοκρατών (αρχές 20ου αι. μέχρι 1939) ο Παναραβισμός έλαβε το όνομα αυτό για να εμπνεύσει και να δώσει όραμα στα νομαδικά φύλα κυρίως τα μουσουλμανικά, ώστε να αντιληφθούν ότι η θρησκεία είναι η πτυχή αυτή της ταυτότητάς τους που τους κάνει έρμαια της αποικιοκρατίας, αφού οι εγκάθετοι κυβερνώντες τους προβάλλουν το στοιχείο αυτό ως κυρίαρχο και μοναδικό της ταυτότητάς τους.

Και οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, η παρακυβερνητική αυτή οργάνωση που ισχυροποιήθηκε με τις ευλογίες των εγκάθετων κυβερνήσεων προκειμένου να εκμεταλλευτούν τις αραβικές ομάδες των νομαδων, ήταν ο μοναδικός και κύριος εχθρός των Παναραβιστών. Καθώς ο ιστορικός χώρος της Παλαιστίνης όπου ήταν μία πολυφυλετική οντότητα στην οποία διέμεναν νομαδικές φυλές που συχνά μετακινούνταν, και ούσα ως εκ τούτου πιο επιρρεπής στον θρησκευτικό δογματισμό, για αυτό και οι Παναραβιστές όχι μόνο δεν επιδίωκαν την πολιτειακή αυτονόμησή της, αλλά αντίθετα προωθούσαν την ύπαρξη αραβο-εβραϊκών πολιτικών σχηματισμών. Κάτω από το πλαίσιο αυτό άλλωστε, πολεμηθηκαν από τους Παναραβιστές οι Ισλαμιστές Μουφτήδες που “έπαιζαν σε πολλά αποικιοκρατικά ταμπλό”.

Για αυτό και ο Νάσερ, όταν ανέλαβε την εξουσία, το πρώτο που έπραξε ήταν η φυλάκιση των μελών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, προσπαθώντας να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την κατίσχυση του παναραβισμού, ως μία συνθήκη αποπομπής του ακραίου Ισλαμισμού από τα αραβικά περιβάλλοντα που οι κάτοικοί τους ήταν ως επί τω πλείστον νομάδες, και εκ των πραγμάτων είχαν μάθει όλες αυτές τις δεκαετίες να συσχετίζουν την επιβίωσή τους με τα χαρακτηριστικά περισσότερο μίας θρησκευτικής παρά μίας εθνοφυλετικής ταυτότητας.

Οι Άραβες και κυρίως οι Αιγύπτιοι που ηγούνταν του Παναραβισμού, την ανασφάλεια που είχαν (και συνεχίζουν να έχουν), ήταν (και είναι) απέναντι στον ακραίο Ισλαμισμό που χρησιμοποιήθηκε μέσω των εγκάθετων από τους αποικιοκράτες κυβερνήσεων, προκειμένου να υποτάξουν τους νομάδες. Ας μην ξεχνάμε ότι η πλειοψηφία των Αράβων ήταν νομάδες. Και μπορούμε να αντιληφθούμε ότι είναι πιο επιρρεπείς οι πολυφυλετικές αραβικές κοινωνίες στο ξένο και την εγκαθίδρυση του Ισλαμισμού, από όσα συμβαίνουν στη Λιβύη, το Ιράκ, την Υεμένη. Για αυτό, τόσο με τη Συρία οι Αιγύπτιοι προσπάθησαν να διαμορφώσουν μία πολιτειακή και πολιτική ένωση, για αυτό και το Παλαιστινιακό το πήραν για πολλές δεκαετίες υπό την σκέπη τους και θέλουν να το έχουν μέχρι σήμερα. Οι μετριοπαθείς Άραβες (και κυρίως είναι αυτοί που έζησαν την αποικιοκρατία) δεν θέλησαν ποτέ να κάνουν Παλαιστινιακό Κράτος γιατί πολύ απλά δεν θέλησαν να χάσουν τη δική τους παρουσία από την παρείσφρηση των ξένων συμφερόντων μέσω του Ισλαμισμού στον ιστορικό, γεωγραφικό χώρο που διέμεναν σε πλήρη αρμονία με Εβραίους, Χριστιανούς, ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής.

Και είναι πάρα πολύ δύσκολο, παρά τα όσα διατείνονται με αφορμή τον πόλεμο στο ισραηλινό έδαφος, να θελήσουν να δημιουργήσουν ένα αυτόνομο, ανεξάρτητο πολιτειακό μόρφωμα, χωρίς να το έχουν υπό την επίβλεψή τους οι ίδιοι. Γιατί ο ιστορικός χώρος Παλαιστίνη, είναι σαν τα Βαλκάνια, και ο πολυφυλετισμός ανοίγει την Κερκόπορτα του Ισλαμισμού και ως εκ τούτου την παρείσφρηση ξένων οντοτήτων στις αραβικές “υποθέσεις”.

*Άννα Κωνσταντινίδου , Ιστορικός -Διεθνολόγος Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (θεσμοθετημένο Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Τεχνολογίας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας), Διδάσκουσα Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)

Πηγή speaknews