Δυτικό Αζερμπαϊτζάν: Ιράν και Τουρκία σε πορεία σύγκρουσης

Πριν από τον θάνατό του ο Ιρανός πρόεδρος Εμπραχιμ Ραΐσι ταξίδεψε στην Τουρκία, για συζητήσεις σχετικά με την αυξανόμενη αστάθεια και τις κλιμακωτές τάσεις στην περιοχή της Μέσης Ανατολής που προέρχονται από τον πόλεμο στη Γάζα.

 

Και παρόλο που η επίσκεψη κατέδειξε την ικανότητα του Ιράν και της Τουρκίας να συνεργαστούν ή τουλάχιστον να ευθυγραμμιστούν σε κοινά ζητήματα ανησυχίας, η διμερής σχέση παραμένει πολύπλοκη.

Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η σχέση μεταξύ Ιράν και Τουρκίας έχει δει πολλά σκαμπανεβάσματα, με συνεχή ανταγωνισμό για περιφερειακή επιρροή και υπεροχή του ενός απέναντι στον άλλο. Αυτή η ακανθώδης σχέση συνεχίζεται μέχρι σήμερα, σε ορισμένες περιπτώσεις εκδηλώνεται με την υποστήριξη από πλευράς της Τεχεράνης ή της Άγκυρας προς εταίρους ή συμμάχους που μάχονται σε αντίθετες πλευρές ξένων συγκρούσεων, όπως σε Συρία, Ιράκ και νότιο Καύκασο. Ωστόσο, μια τέτοια δυναμική δυνητικά κλιμακούμενη δεν περιορίστηκε στον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μέσω αντιπροσώπων. Έχει πλέον ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο, με προσπάθειες ανάμειξης του ενός στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου.

Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές στη βορειοδυτική περιοχή του Ιράν, ένα «καυτό» γεωπολιτικό σημείο εστίασης που συνορεύει άμεσα με την Τουρκία. Εδώ, η τουρκική πλευρά έχει προσπαθήσει κατά περιόδους να υποκινήσει τις περίπλοκες και μακροχρόνιες εντάσεις που αφορούν Κούρδους και Αζέρους (τουρκογενής πληθυσμός Αζέρων, επίσης τοπικά γνωστούς ως Αζερότουρκοι). Με τη σειρά του, το Ιράν προσπάθησε να παίξει το χαρτί των Κούρδων και αυτή τη στιγμή υποστηρίζει τους Αλεβίτες Κούρδους εναντίον της Τουρκίας.

Ο εθνοτικός χάρτης στο βορειοδυτικό Ιράν

Η επαρχία του Δυτικού Αζερμπαϊτζάν στο βορειοδυτικό Ιράν, ένας κρίσιμος οικονομικός και επιχειρηματικός διάδρομος μεταξύ του Ιράν και της Τουρκίας, προβάλλει από τη μία προκλήσεις, αποτελεί όμως συνάμα δέλεαρ για τις κατά περιόδους προσπάθειες της Άγκυρας να εκμεταλλευτεί τα σημεία που θα της αποφέρουν πλεονέκτημα έναντι της Τεχεράνης. Αυτή η περιοχή έχει μικτό πληθυσμό, που αποτελείται κυρίως από σουνίτες Κούρδους και σιίτες Αζερότουρκους, αλλά για δεκαετίες, η τελευταία εθνοτική ομάδα κυριαρχεί επί της πρώτης, με τη σιωπηρή έγκριση από την Τεχεράνη, η οποία εφαρμόζει μια τακτική «διαίρει και βασίλευε» σε αυτή την επαρχία.

Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, οι τουρκογενείς του Αζερμπαϊτζάν αριθμούν περισσότερα από 20 εκατομμύρια, ή περίπου το 24% του συνολικού πληθυσμού του Ιράν. Παρόμοιος αριθμός Κούρδων ζει στην Τουρκία, αποτελώντας περίπου το 19% του πληθυσμού αυτής της χώρας, ενώ, στο Ιράν, ο κουρδικός πληθυσμός υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε 8 με 12 εκατομμύρια. Ωστόσο, το καθεστώς των Αζέρων στο Ιράν είναι διαφορετικό από αυτό των Κούρδων σε κάθε χώρα. Οι Αζέροι τουρκογενείς ήταν ένας από τους πυλώνες της ιρανικής διοίκησης για αιώνες. Μάλιστα, σε πιο πρόσφατους χρόνους, μέλη αυτής της κοινότητας έχουν σημαντική εξουσία υπηρετώντας στον στρατό του Ιράν και στο Σώμα των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC).

Αυτό που είναι σήμερα το Δυτικό Αζερμπαϊτζάν ήταν η γενέτειρα του κουρδικού εθνικισμού, ο τόπος ίδρυσης του πρώτου σύγχρονου κουρδικού πολιτικού κόμματος και όπου, το 1946, οι Σοβιετικοί βοήθησαν στη δημιουργία μιας βραχύβιας κουρδικής αρχής (της Δημοκρατίας του Κουρδιστάν). Και όμως οι σύγχρονοι Κούρδοι που ζουν εδώ αντιμετωπίζουν διακρίσεις σε δύο επίπεδα: από την κεντρική κυβέρνηση της Τεχεράνης και από τις τοπικές τουρκικές αρχές του Αζερμπαϊτζάν. Ως ένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικό παράδειγμα, προκειμένου για προεκλογικές εκστρατείες, πολλοί Κούρδοι υποψήφιοι που έλαβαν έγκριση από την Τεχεράνη για να κατέβουν στις εκλογές, απορρίπτονται στη συνέχεια από τις τοπικές αρχές στο Δυτικό Αζερμπαϊτζάν, οι οποίες, σε ορισμένες περιπτώσεις, λειτουργούν ανεξάρτητα από την εμβέλεια της Τεχεράνης. Οι εντάσεις μεταξύ των δύο βασικών εθνοτικών ομάδων της επαρχίας, επομένως, βρίσκονται σε ανησυχητικό επίπεδο, ιδιαίτερα σε σύγκριση με άλλες περιοχές της χώρας.

Η αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας στον τουρκογενή πληθυσμό του Ιράν

Η περίπλοκη και τεταμένη φύση της δυναμικής μεταξύ των διαφόρων ομάδων στην επαρχία του Δυτικού Αζερμπαϊτζάν, σε συνδυασμό με τη στενή εθνοτική συγγένεια Τούρκων και Αζέρων, έχει καταστήσει την αζεροτουρκική κοινότητα σημαντικό στόχο προσέγγισης για την Τουρκία, παρά τις θρησκευτικές διαφορές τους, που ανησυχεί πολύ το Ιράν. Η ευρεία χρήση δορυφορικών πιάτων και η πρόσβαση σε τουρκικά κανάλια από τη δεκαετία του 1990 έχουν συμβάλει σημαντικά στην ενίσχυση της ήπιας ισχύος της Τουρκίας μεταξύ των Ιρανών Αζερότουρκων: Πολλά νοικοκυριά στο βορειοδυτικό Ιράν, ιδιαίτερα οι Τουρκογενείς Αζέροι, παρακολουθούν μετά μανίας τουρκικούς τηλεοπτικούς σταθμούς.

Επιπλέον, η Τουρκία παρέχει αυξανόμενη εκπαίδευση και υποστήριξη, με έμφαση στην πολιτιστική αναγέννηση, σε Αζερότουρκους ακτιβιστές και δημοσιογράφους στο Δυτικό Αζερμπαϊτζάν μέσω του τουρκικού προξενείου στην πόλη Ούρμια. Αυτή η έκθεση και η δημόσια διπλωματία ενισχύουν το αίσθημα της αλληλεγγύης από τη μαμα Τουρκία και συμβάλλουν στην αύξηση των ατόμων με άπταιστη γνώση τουρκικής γλώσσας, πράγμα που αυτομάτως οδηγεί σε μια παρατηρούμενη αύξηση της τουρκικής επιρροής από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Ως αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής, οι τοπικές αρχές του Αζερμπαϊτζάν στο Δυτικό Αζερμπαϊτζάν έχουν προσθέσει τοπωνύμια στα αζέρικα και στα φαρσί για τους δρόμους της πρωτεύουσας της Ουρμία. Επιπλέον, οι τοπικές αρχές του Αζερμπαϊτζάν πιέζουν για τη χρήση της αζερικής γλώσσας έναντι των Φαρσί σε επίσημες συναντήσεις, προκαλώντας ένταση με τους Κούρδους. Για παράδειγμα, οι συγκρούσεις μεταξύ Κούρδων και Αζέρων που είναι μέλη του δημοτικού συμβουλίου της Ούρμια σχετικά με τη χρήση της γλώσσας έχουν ωθήσει τα μέλη των Κούρδων να εγκαταλείψουν τις συνεδριάσεις σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Αυτά τα περιστατικά έχουν πυροδοτήσει σημαντικές συζητήσεις και οργή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στην κοινή γνώμη.

Αυτή η υποκινούμενη από τους Τούρκους πρακτική, είναι φυσικό ότι έρχεται και με το πολιτικό Ισλάμ και τον τουρκικό εθνικισμό, πράγματα αλληλένδετα και συνοδεύεται από μια ριζοσπαστικοποίηση του τουρκογενούς αζερικού εθνικισμού σε αυτή την επαρχία, ο οποίος έχει επεκταθεί πέρα από την αντιπαλότητα με τους Κούρδους και πλέον έχει βάλει στο κάδρο και τους Πέρσες. Τα τελευταία χρόνια, κατά τη διάρκεια των περισσότερων αγώνων ποδοσφαίρου σε αζερόφωνες πόλεις του Ιράν, οπαδοί έχουν εμφανιστεί με σημαίες του Αζερμπαϊτζάν και της Τουρκίας στα γήπεδα φωνάζοντας: «οι Πέρσες, οι Κούρδοι και οι Αρμένιοι είναι εχθροί των Τούρκων», το οποίο φυσικά με ταχύτητα φωτός άδραξαν και έπαιξαν σε ευρεία κλίμακα τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης .

Η Τεχεράνη προσπάθησε να υποβαθμίσει τη μεγάλη προσέλευση σε αυτές τις διαδηλώσεις, στις οποίες συμμετείχαν κυρίως νέοι με λιγότερο ενδιαφέρον για τη θρησκεία και περισσότερο για την εθνική τους ταυτότητα. Η ευθύνη για αυτή τη μετατόπιση ανήκει εν μέρει στο ιρανικό καθεστώς λόγω της αποτυχίας του να παρέχει επαρκή εθνοτικά δικαιώματα.

Μετά την αλλαγή του Ιράν από μια αυτοκρατορία σε ένα σύγχρονο έθνος-κράτος βασισμένο στην περσική ταυτότητα τη δεκαετία του 1920 και την επακόλουθη άρνηση δικαιωμάτων σε άλλες εθνοτικές ομάδες – που κυμαίνονται από περιορισμένη πρόσβαση στη δικαιοσύνη, το σχολείο, τη θρησκευτική ελευθερία και τις πολιτικές διαδικασίες, μέχρι του σημείου της αυθαίρετης φυλάκισης, της καταπίσης για τη χρήση των φαρσί και ακόμη και την έλειψη ενδιαφέροντος της κεντρικής κυβέρνησης για αποναρκοθέτηση σε περιοχές με μειονοτικό πληθυσμό – τα κινήματα αντίστασης πολλών μη περσικών εθνοτικών ομάδων του Ιράν έχουν επιμείνει στην επιδίωξη των πολιτικών, πολιτιστικών και κοινωνικών τους δικαιωμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, η κουρδοκατοικημένη περιοχή, η οποία χωρίστηκε μεταξύ του Ιράν και της Τουρκίας λόγω των πολέμων μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Αυτοκρατορίας των Σαφαβίδων, αποτελεί πρόκληση για την Τουρκία όσον αφορά την εφαρμογή του παγκόσμιου σχεδίου της και τη δημιουργία άμεσης επαφής με τους Αζέρους στο Ιράν.

Οι περισσότερες παραμεθόριες πόλεις και χωριά και στις δύο πλευρές του Ιράν και της Τουρκίας – όπως και τα χωριά και στις δύο πλευρές των συνόρων της Τουρκίας με το Ιράκ και τη Συρία – έχουν πληθυσμό κατά πλειονότητα κουρικό. Και είναι σημαντικό ότι οι Κούρδοι των παραμεθόριων περιοχών του Ιράν που γειτνιάζουν με την Τουρκία μιλούν τα κουρμάντζι, την ίδια κουρδική διάλεκτο με τους Κούρδους της Τουρκίας, ενώ οι Ιρανοί Κούρδοι που ζουν πιο μακριά από τα σύνορα χρησιμοποιούν τη σορανική διάλεκτο. Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι μέλη και υποστηρικτές του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), που έχει πολεμήσει κατά της τουρκικής κυβέρνησης τα τελευταία 40 χρόνια, είναι παρόντα στις συνοριακές πόλεις της περιοχής του Κουρδιστάν του Ιράν και εκμεταλλεύονται αυτές τις διασυνοριακές συγγένειες και εθνοτικές σχέσεις.

Το 2020, ο Τούρκος υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού υποστήριξε ότι 100 μαχητές του PKK ήταν παρόντες στην πόλη Μακού στα βορειοδυτικά του Ιράν και προειδοποίησε ότι εάν το Ιράν δεν τους απομάκρυνε, η Τουρκία θα ενεργούσε, υπενθυμίζοντας τις επεμβάσεις της Τουρκίας κατά των Κούρδων μαχητών στο βόρειο τμήμα της Συρίας.

Ως αποτέλεσμα των πολιτικών που ακολουθούν τόσο το Ιράν όσο και η Τουρκία, οι εντάσεις μεταξύ των δύο εθνοτικών ομάδων στην επαρχία του Δυτικού Αζερμπαϊτζάν κλιμακώθηκαν δραματικά και βίαια πριν από δύο χρόνια. Τον Ιούλιο του 2022, ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ Κούρδων και Αζέρων λαθρεμπόρων στο Μάκου. Μετά την κλιμάκωση, μια ομάδα Αζερότουρκων επιτέθηκε σε κουρδικό καταυλισμό με τσαντίρια στην περιοχή Αβαζίκ Μάκο, κρατώντας ραβδιά, ρόπαλα και άλλα όπλα, οδηγώντας στην καταστροφή των σκηνών των νομάδων Κούρδων βοσκών βάζοντάς τους φωτιά. Φυσικά όλο αυτό είχε τραγική κατάληξη, καθώς οι επιτιθέμενοι σκότωσαν έναν 43χρονο Κούρδο και σε αντίποινα οι Κούρδοι σκότωσαν δύο Αζερότουρκους.

Στη συνέχεια, περισσότερες από 120 οικογένειες Κούρδων νομάδων και τα 20.000 βοοειδή τους εκδιώχθηκαν ή μεταφέρθηκαν βίαια από τις τοπικές – εθνοτικά αζεροτουρκικές – αρχές χωρίς αποζημίωση ή εξήγηση. Να ρίξει λάδι στη φωτιά ήρθε και η τουρκική εφημερίδα Yeni Şafak, η οποία μεταδίδοντας το περιστατικό, φυσικά υπερασπιζόμενη τους Αζερότουρκους, είπε ότι αυτό πυροδοτήθηκε από επίθεση του PKK σε Τούρκους στο Ιράν, με κατηγορίες ότι η ιρανική κυβέρνηση συνεργαζόταν με την κουρδική ομάδα για την εθνοκάθαρση της περιοχής.

Μπορεί το Ιράν να αντιμετωπίσει την τουρκική επιρροή στο Δυτικό Αζερμπαϊτζάν;

Η Τεχεράνη, έχοντας επίγνωση της αυξανόμενης απειλής που συνιστά η υποστήριξη της Άγκυρας προς τους τουρκογενείς Αζέρους εντός των ιρανικών συνόρων, έχει καθυστερήσει να επαναφέρει πιο συγκεντρωτικό έλεγχο σε εκείνες τις περιοχές όπου Κούρδοι και Αζέροι έχουν γίνει μάρτυρες εντάσεων ή έχουν έρθει σε ανοιχτή σύγκρουση. Για πρώτη φορά από την ίδρυση του ισλαμικού καθεστώτος, δύο Σιίτες Κούρδοι από το Χορασάν και την επαρχία Κερμανσάχ διορίστηκαν κυβερνήτες του Δυτικού Αζερμπαϊτζάν (όπου η πλειονότητα των Κούρδων που κατοικούν εκεί προσχωρούν στο σουνιτικό Ισλάμ).

Ωστόσο, οι τουρκογενείς Αζέροι εξακολουθούν να κυριαρχούν στις περισσότερες από τις υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις εκεί. Οι τέσσερις υποδιοικητές – συλλογικά υπεύθυνοι για τις πολιτικές, την ασφάλεια και τις οικονομικές υποθέσεις, τις κατασκευές, καθώς και τους ανθρώπινους πόρους – είναι Αζερότουρκοι. Ομοίως, από τα 17 διοικητικά γραφεία της επαρχίας, τα 14 διοικούνται από Αζερότουρκους, με τα υπόλοιπα δύο να ελέγχονται από Κούρδους και ένα από Πέρση.

Επίσης, ο πρώην πρόεδρος του Ιράν, Χασάν Ρουχανί, στην επίσκεψή του στο Ανατολικό Αζερμπαϊτζάν το 2019, αναφέρθηκε στο Δυτικό Αζερμπαϊτζάν ως «Ούρμια» – το όνομα που προτιμούν οι Κούρδοι για αυτήν την επαρχία. Ωστόσο, η χρήση αυτού του ονόματος ήταν μια προσπάθεια όχι τόσο για να κατευνάσει τους Κούρδους, αλλά μάλλον για να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τα μηνύματα της Άγκυρας που χαρτογραφεί το Δυτικό Αζερμπαϊτζάν ως μέρος του «τουρκογενούς κόσμου».

Η υποστήριξη της Τουρκίας προς τους Αζέρους Ιράν στο πλαίσιο της ανάπτυξης του τουρκογενούς κόσμου (η τουρκική προπαγάνδα τον αποκαλεί «τουρκικό κόσμο», καθώς εντέχνως έχει αποφευχθεί εδώ και δεκαετίες η εύρεση ενός όρου που να διαχωρίζει αυτούς με τουρκογενείς ρίζες από αυτούς που γεννιούνται στη Δημοκρατία της Τουρκίας) έχει εμφανιστεί στη ρητορική των Τούρκων ηγετών τα τελευταία χρόνια. Στα τέλη του 2020, ενώ συμμετείχε σε μια στρατιωτική παρέλαση στο Μπακού για τον εορτασμό της νίκης του Αζερμπαϊτζάν επί της Αρμενίας στον 44ήμερο πόλεμο για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απήγγειλε ένα σύντομο ποίημα που καλούσε συμβολικά όλους τους Τούρκους να «απελευθερώσουν» το Δυτικό Αζερμπαϊτζάν του Ιράν.

Η καταιγιστική αντίδραση των Ιρανών σε αυτό το ποίημα ώθησε τις δύο χώρες να καλέσουν η μία τους απεσταλμένους της άλλης στην Άγκυρα και την Τεχεράνη. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών εκείνη την εποχή, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, υποστήριξε ότι ο Ερντογάν αγνοούσε τις ευαισθησίες γύρω από το ποίημα και καταδίκασε, όπως αποκάλεσε, την επιθετική απάντηση της Τεχεράνης.

Εν τω μεταξύ, το Ιράν συνέχισε την πολυετή πολιτική υποστήριξης προ το PKK, όχι μόνο για να αποδυναμώσει τα κόμματα της ιρανικής κουρδικής αντιπολίτευσης όπως το Δημοκρατικό Κόμμα του Κουρδιστάν του Ιράν (KDPI) και το Komala (ΚΡΙΚ) στο εσωτερικό, αλλά και για να ανταγωνιστεί τον μακροχρόνιο αντίπαλό του στην περιοχή, την Τουρκία. όταν χρειαστεί. Η σχέση της Τεχεράνης με το PKK χρονολογείται από το 1982, όταν το Ιράν έπεισε τον ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος του Ιρακινού Κουρδιστάν (KDP) Μασούντ Μπαρζανί να επιτρέψει στο PKK να δημιουργήσει στρατόπεδα στο βόρειο Ιράκ.

Ωστόσο, η δυναμική άλλαξε όταν στις κουρδικές πόλεις του Ιράν ξέσπασαν μαζικές ταραχές μετά τη σύλληψη του ηγέτη του PKK από τους Τούρκους Αμπντουλάχ Οτσαλάν το 1999. Οι συγκεντρώσεις υπέρ του Οτσαλάν μετατράπηκαν γρήγορα σε διαμαρτυρίες κατά του ιρανικού καθεστώτος για τα δικαιώματα των Κούρδων. Η κυβέρνηση απάντησε σκληρά, σκοτώνοντας εκατοντάδες διαδηλωτές και συλλαμβάνοντας περισσότερους από 2.000 σε πολλές κουρδικές πόλεις. Επιπλέον, το Ιράν ζήτησε από το PKK να εγκαταλείψει το έδαφός του, αφού τους έδωσε άδεια να παραμείνουν και να δημιουργήσουν μια βάση εκεί από το 1987 .

Οι διαδηλώσεις του 1999 στο Ιρανικό Κουρδιστάν κατέδειξαν έντονα την επιτυχημένη ικανότητα του PKK να συγκεντρώσει ουσιαστική υποστήριξη και να κινητοποιήσει τους Κούρδους του Ιράν. Πράγματι, ένας σημαντικός αριθμός Κούρδων του Ιράν εντάχθηκε στο PKK μετά το 1999, οδηγώντας στην ίδρυση ενός τοπικού κλάδου γνωστό ως Κόμμα για μια Ελεύθερη Ζωή στο Κουρδιστάν (PJAK). Κατά συνέπεια, το Ιράν άλλαξε πορεία και ανέλαβε μια πολιτική υποστήριξης προς τους Κούρδους Αλεβίτες (που ακολουθούν μια μορφή σιιτικού Ισλάμ), δίνοντας σκόπιμα προτεραιότητα στη θρησκεία τους έναντι της κουρδικής τους ταυτότητας. Αυτό επέτρεψε στην Τεχεράνη να αμφισβητήσει την Τουρκία χωρίς να υποκινήσει ένα κουρδικό εθνικό κίνημα στο εσωτερικό.

Συμπέρασμα

Το ισλαμικό καθεστώς του Ιράν, το οποίο έχει επενδύσει σε μεγάλο βαθμό στο σιιτικό Ισλάμ ως ακρογωνιαίο λίθο τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής του πολιτικής, αντιμετωπίζει τώρα την πρόκληση του αυξανόμενου εθνικισμού, τόσο στο εσωτερικό όσο και στην άμεση γειτονιά του. Και αυτές οι εθνικιστικές δυνάμεις αποδεικνύονται πιο ισχυρές από την κοινή θρησκευτική ταυτότητα του σιιτισμού που επιδίωξε να ενσταλάξει το καθεστώς – μια πραγματικότητα ιδιαίτερα εμφανής στους νεαρούς τουρκογενείς Αζέρους.

Αυτό το δημογραφικό, που τείνει περισσότερο προς την υιοθέτηση του τουρκικού ριζοσπαστικού εθνικισμού, αποτελεί πιθανή πρόκληση για το ιρανικό καθεστώς. Εάν οι τρέχουσες ενδοεθνικές εντάσεις επιμείνουν και η Άγκυρα και η Τεχεράνη αποτύχουν να σταματήσουν την ανάμειξή τους στις εκατέρωθεν υποθέσεις, η ιστορία μπορεί να επαναληφθεί, μετατρέποντας τον παρατεταμένο τουρκο-ιρανικό ψυχρό πόλεμο σε κάτι πιο καυτό. Αν δεν σταματήσουν οι τρέχουσες τάσεις, οι σύγχρονοι διάδοχοι δύο πρώην περιφερειακών αυτοκρατοριών, της Οθωμανικής και της Περσικής, θα μπορούσαν να βρεθούν μπλεγμένοι σε ένοπλες εχθροπραξίες κατά μήκος των συνόρων τους.

Ωστόσο, οι σεχταριστικές διαφορές μεταξύ των Σιιτών Αζέρων του Ιράν και των Σουνιτών Τούρκων στην Τουρκία μπορεί να μην λειτουργούν προς όφελος της Ισλαμικής Δημοκρατίας, παρά το πώς αυτή η δυναμική ωφέλησε την Αυτοκρατορία των Σαφαβίδων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του 1500, όταν οι Αλεβίτες των Σουνιτών Οθωμανών τάχθηκε στο πλευρό των Σιιτών Σαφαβιδών του Ιράν.

Η αδύναμη εσωτερική θέση του Ιράν και η διεθνής απομόνωση του το εμποδίζουν να θέλει να αντιμετωπίσει άμεσα την Τουρκία αυτή τη στιγμή, παρόλο που η τελευταία δεν απέφυγε να υποστηρίξει τους Αζέρους στο Ιράν ή να απειλήσει να καταδιώξει στρατιωτικά τις δυνάμεις του PKK εντός των συνόρων του Ιράν. Ωστόσο, είναι προς το συμφέρον τόσο της Τεχεράνης όσο και της Άγκυρας να σταματήσουν να τροφοδοτούν εντάσεις μεταξύ των εθνοτήτων στα εδάφη ο ένας του άλλου. Η ανατροπή και οι πιθανές συνέπειες θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθούν, δεδομένης της περίπλοκης πολυεθνικής και πολυθρησκευτικής φύσης των κοινωνιών και των δύο χωρών.

 

 

Πηγή