Στην προτελευταία θέση της ΕΕ βρίσκεται η χώρα μας στα ποσοστά απασχόλησης
Παρά την αύξηση των θέσεων εργασίας και τη σταδιακή μείωση της ανεργίας τα τελευταία χρόνια, οι προκλήσεις και τα μείζονα προβλήματα στον τομέα της απασχόλησης παραμένουν στην Ελλάδα. Απόδειξε αυτού αποτελεί το γεγονός ότι η χώρα μας καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην ΕΕ στα ποσοστό απασχόλησης. Παράλληλα το 2023, κατέγραψε αρνητικά πανευρωπαϊκή πρωτιά στην ανεργία των νέων και των γυναικών, ενώ και η ποιότητα απασχόλησης παραμένει σε χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά στάνταρ.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, δουλεύουν έξι στους 10 «απασχολήσιμους» (ηλικίας 15-64 ετών) στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια το ποσοστό που κατέγραψε η χώρα μας πέρυσι ήταν στο 61,8%, εμφανίζοντας καλύτερη επίδοση μόνο έναντι της Ιταλίας (61,5%). Επιπλέον, ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι, αν και συγκριτικά με το προ πανδημίας επίπεδο (2019) η Ελλάδα εμφάνισε το 2023 τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση του ποσοστού απασχόλησης, αυτό εξακολουθούσε να υστερεί κατά 8,6 ποσοστιαίες μονάδες από τον μέσο όρο της ΕΕ και άνω των 10 ποσοστιαίων μονάδων έναντι του αντίστοιχου σε άλλες οικονομίες της περιφέρειας της ΕΕ και της ανατολικής Ευρώπης (π.χ. Πορτογαλία, Λιθουανία, Κύπρος, Ουγγαρία).
Το 45% των εργαζομένων δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα
Μια επιπλέον σημαντική πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική αγορά εργασίας είναι το χαμηλό επίπεδο της ποιότητας της απασχόλησης. Το 45% των εργαζομένων στην Ελλάδα δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ.
Επίσης επιβαρυντικά στις συνθήκες απασχόλησης στην Ελλάδα επιδρούν και οι ιδιαίτερα πολλές ώρες εργασίας των εργαζομένων, σε βαθμό μάλιστα που διαταράσσεται και η ισορροπία μεταξύ του εργασιακού και του ελεύθερου χρόνου τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη συγκεκριμένη έρευνα του Eurofound το 34,4% των εργαζομένων στην Ελλάδα δήλωσε ότι το 2021 εργαζόταν συνήθως περισσότερες από 48 ώρες την εβδομάδα, όταν στη Ρουμανία, η οποία καταγράφει τη δεύτερη χειρότερη επίδοση, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 8,8 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο, ενώ στον μέσο όρο της ΕΕ 20,8 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο.
Πηγή: https://www.sofokleousin.gr/