«όχι» του Κ. Χατζηδάκη στην καταβολή επιδόματος Πάσχα, στους ευάλωτους

Ο Κωστής Χατζηδάκης, ήταν απόλυτος απαντώντας μονολεκτικά «όχι» στη χορήγηση επιδόματος Πάσχα στους ευάλωτους.

 

Η καθοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για το ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης και οι προβλέψεις για διατήρηση των επιτοκίων της ΕΚΤ σε περιοριστικά επίπεδα, παρά την όποια αποκλιμάκωση, για το σύνολο του 2024, περιορίζουν τη δυναμική ανάπτυξης και της ελληνικής οικονομίας στη σκιά των ασθενέστερων επιδόσεων του 2023.

Σε αυτό το πλαίσιο και σε μια χρονιά όπου η χώρα καλείται να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ, κυβερνητικές πηγές προτάσσουν τη δημοσιονομική υπευθυνότητα, θυσιάζοντας τα όποια σενάρια έκτακτων παροχών το Πάσχα.

Ο Κωστής Χατζηδάκης, ήταν απόλυτος όταν ρωτήθηκε χθες (στον ΣΚΑΙ) αν υπάρχει περιθώριο για χορήγηση επιδόματος Πάσχα στους ευάλωτους.

Απάντησε μονολεκτικά «όχι». Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως οι θέσεις μπορεί να αλλάξουν, όπως έχει συμβεί και στο παρελθόν, ιδίως όταν οι ευρωκάλπες πλησιάζουν αλλά πηγές του ΥΠΕΘΟ σημειώνουν πως προέχει η δημοσιονομική σοβαρότητα, ανεξαρτήτως εκλογών ή μη.

Τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού μέχρι τώρα δείχνουν υπέρβαση των στόχων για τα έσοδα τον Ιανουάριο και οι πληροφορίες αναφέρουν πως η καλή πορεία τους συνεχίστηκε και τον Φεβρουάριο.

Οι όποιες υπερβάσεις, ιδίως τους πρώτους μήνες του έτους, δεν είναι ικανές να διαμορφώσουν περιθώρια πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου, ιδίως όταν η κυβέρνηση άνοιξε το πουγκί ήδη με επιπλέον 212 εκατ. ευρώ ως απάντηση στις αγροτικές κινητοποιήσεις και αρμόδιες πηγές μεταφέρουν «μεγάλες πιέσεις για τη χρηματοδότηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων».

Επιπρόσθετα, στόχοι και κανόνες έχουν επιστρέψει φέτος στην ευρωζώνη και το πρωτογενές πλεόνασμα που επιτεύχθηκε άνετα πέρυσι (1,1% του ΑΕΠ) απαιτείται να είναι σχεδόν διπλάσιο φέτος ( 2,1% του ΑΕΠ) σε περιβάλλον ασθενούς εξωτερικής ζήτησης και περιοριστικής νομισματικής πολιτικής.

«Χαμηλώνει» ο πήχης της ανάπτυξης

Οι νεότερες προβλέψεις της ΕΚΤ χαμήλωσαν τον πήχη της ανάπτυξης στην ευρωζώνη στο 0,6% (από 0,8%) με την Κριστίν Λαγκάρντ να επισημαίνει ότι οι οικονομικές προοπτικές παραμένουν αδύναμες για το 2024 ενώ το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έχει ακόμα επαρκείς ενδείξεις για διατηρήσιμη μείωση του πληθωρισμού προς τον στόχο του 2%.

Από τις διατυπώσεις Λαγκάρντ φαίνεται ως πιθανότερο χρονικό σημείο έναρξης της πτωτικής πορείας των επιτοκίων ο ερχόμενος Ιούνιος αλλά και πάλι πηγές με γνώση των διεργασιών στους κόλπους της ευρωτράπεζας εμφανίζονται συγκρατημένες ως προς το ρυθμό αποκλιμάκωσής τους.

Αν υποθέσουμε ότι η ΕΚΤ προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο, αυτή εκτιμάται πως θα είναι μετρημένη, της τάξεως των 0,25 μονάδων για να ακολουθήσουν άλλες μία ή το πολύ δύο αντίστοιχες κινήσεις έως το τέλος του έτους.

Στην καλύτερη περίπτωση λοιπόν, το τέλος του 2024 θα βρει το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ από το 4% σήμερα στο 3,25%.

Η περιοριστική νομισματική πολιτική ασκεί και θα συνεχίσει όπως φαίνεται να ασκεί πιέσεις στο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας της ευρωζώνης και της Ελλάδας (μείωση του καθαρού δανεισμού έδειξαν τα τελευταία στοιχεία της ΤτΕ -0,33% για τον Ιανουάριο).

Με τη συμμετοχή των επενδύσεων στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας να εξασθενεί το 2023 (οι επενδύσεις σε πάγια εισέφεραν 0,6 μονάδες από τη συνολική επέκταση 2% με την κατανάλωση να εισφέρει 1,3 μονάδες), αν δεν μεταβληθεί η τάση, ο στόχος για ρυθμό ανάπτυξης κατά 2,9% φαίνεται να απομακρύνεται δίνοντας τη θέση σε μάλλον πιο ρεαλιστικές εκτιμήσεις, όπως αυτή της Τράπεζας της Ελλάδος για ρυθμό ανάπτυξης 2,4%.

Ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ όμως, ιδίως στα μάτια των αγορών, παραμένει ανελαστικός.

πηγή: https://www.euro2day.gr/