Jumbo: Απώλειες πάνω από 20 εκατ. ευρώ τον χρόνο από τις κλοπές εμπορευμάτων

Του Γιώργου Λαμπίρη

Περίπου το 2% του κύκλου εργασιών κοστίζουν σε ετήσια βάση στη Jumbo οι κλοπές εμπορευμάτων. Το φαινόμενο, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ομίλου Απόστολο Βακάκη, προκύπτει από τρεις διαφορετικές πηγές: από ελλειμματικά εμπορεύματα που παραδίδονται από προμηθευτές στην επιχείρηση, από το προσωπικό και από τους πελάτες στα καταστήματα. Θυμίζουμε εδώ ότι ο κύκλος εργασιών του στη διάρκεια του 2023 ήταν 1,81 δισ. ευρώ. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι απώλειες στον τζίρο του ομίλου Jumbo άγγιξαν τα 22 εκατ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό της συγκεκριμένης απώλειας οφείλεται σε ελαττωματικά προϊόντα, τα οποία ωστόσο, σύμφωνα με τον κύριο Βακάκη, ανιχνεύονται εγκαίρως και επομένως δεν γίνονται παραγγελίες από τους συγκεκριμένους κωδικούς.

Ερχόμενοι στα οικονομικά αποτελέσματα εξαμήνου του ομίλου, τα οποία ανακοίνωσε χθες, θυμίζουμε ότι οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 8,37% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2023 και ανήλθαν σε 460,38 εκατ. ευρώ από 424,83 εκατ. ευρώ στην αντίστοιχη περσινή περίοδο. Το μεικτό περιθώριο κέρδους παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη αντίστοιχη περίοδο και διαμορφώθηκε σε 55,27% από 55,30%.

Αυξημένα κατά 10 εκατ. ευρώ τα κέρδη λόγω ασφαλιστικών αποζημιώσεων

Τα καθαρά κέρδη του Ομίλου ανήλθαν σε 121,69 εκατ. ευρώ (από 106,45 εκατ. ευρώ), αυξημένα κατά 14,32%. Χωρίς την επίδραση των ασφαλιστικών αποζημιώσεων που έλαβε η επιχείρηση λόγω της κακοκαιρίας Daniel τα καθαρά κέρδη του ομίλου ανήλθαν σε 111,48 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 4,73%.

Όπως ανέφερε σχετικά με τη Jumbo η Eurobank Equities σε ανάλυσή της, η εταιρεία ανακοίνωσε αρκετά σταθερά αποτελέσματα για το πρώτο εξάμηνο, επιτυγχάνοντας 5,5% αύξηση των EBITDA (χωρίς τις ασφαλιστικές αποζημιώσεις) και 8% αύξηση των πωλήσεων. Οι αναλυτές στέκονται μεταξύ άλλων στην αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα των μεικτών περιθωρίων κέρδους στα επίπεδα του 55,27% καθώς, όπως αναφέρουν, η Jumbo συνέχισε να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις προκλήσεις της εφοδιαστικής αλυσίδας, οι οποίες περιορίστηκαν από τα λειτουργικά έξοδα λόγω των δύο νέων καταστημάτων που τέθηκαν σε λειτουργία και της νέας αποθήκης στη Ρουμανία. Η Eurobank Equities σχολιάζοντας το guidance του ομίλου για το 2024 που προβλέπει πωλήσεις αυξημένες κατά 4% και λειτουργικά κέρδη αντίστοιχα με τα περσινά, εκτιμά ότι πρόκειται για μια απαισιόδοξη προοπτική για το δεύτερο εξάμηνο, υποδηλώνοντας πωλήσεις αυξημένες κατά 1% και προσαρμοσμένο καθαρό κέρδος στα επίπεδα -3%, με την ίδια να διατηρεί τις εκτιμήσεις της για προσαρμοσμένο καθαρό κέρδος 7%, ιδίως γιατί η απόδοση αυτή εξαρτάται από την εποχικά σημαντική περίοδο που περιλαμβάνει τα Χριστούγεννα.

Κατά τη Eurobank Equities, τα επίπεδα αποθεμάτων επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες της επιχείρησης, δεδομένου ότι η  Jumbo είχε αποθέματα 246 εκατ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου, δηλαδή 2,9 εκατ. ευρώ ανά κατάστημα. Υποστηρίζει μάλιστα ότι αυτό το επίπεδο είναι αρκετό για να επιτρέψει περαιτέρω αποθεματοποίηση τους επόμενους μήνες, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη ότι τα αποθέματα ανά κατάστημα είχαν φτάσει στο κατώτατο επίπεδο των 1,9 εκατ. ευρώ στα τέλη του 2021, όταν η εφοδιαστική αλυσίδα αντιμετώπιζε αρκετά σοβαρά προβλήματα λόγω της πανδημίας. Τονίζει ότι η επάρκεια αποθεμάτων είναι ικανή να προστατεύσει τόσο τα περιθώρια κέρδους της Jumbo (μειώνοντας την ανάγκη αποθήκευσης με υψηλό κόστος μεταφοράς) όσο και τις πωλήσεις, όπως συνέβη στην κορύφωση των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας κατά τη διάρκεια του COVID όταν η Jumbo είχε ρεκόρ ταμειακών ροών και μεικτών περιθωρίων.

Η πορεία στο Ισραήλ

Ταυτόχρονα, συνεχίζεται η επέκταση του δικτύου καταστημάτων. Σήμερα η Jumbo αριθμεί 55 σημεία πώλησης, ενώ αυτή την περίοδο κατασκευάζεται το έκτο της κατάστημα στην Κύπρο και συγκεκριμένα στη Λευκωσία.

Η επιχείρηση συνεχίζει να αναπτύσσεται στο Ισραήλ μέσω του τοπικού ομίλου Fox Group, με τον οποίο διατηρεί σύμβαση franchise για τη συγκεκριμένη χώρα, με τη δραστηριότητα να υπεραποδίδει όπως παραδέχτηκε ο Απόστολος Βακάκης. Επί του παρόντος λειτουργούν δύο καταστήματα και επιθυμία των συνεργατών του ελληνικού ομίλου είναι να λειτουργήσουν οκτώ καταστήματα στο Ισραήλ από δύο που είναι σήμερα. Η συγκεκριμένη χώρα, σύμφωνα με τον κύριο Βακάκη, έχει δυνατότητα να πλησιάσει σε τζίρο τη μητρική εταιρεία στην Ελλάδα λόγω του ότι, όπως είπε, είναι διαφορετικό το εισόδημα των πολιτών εκεί αλλά και η δομή των πόλεων, επηρεάζοντας θετικά τη δραστηριότητα.

Η απόφαση επαναγοράς ίδιων μετοχών

Αναφερόμενος στην απόφαση να τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα επαναγοράς ίδιων μετοχών, την αιτιολόγησε λέγοντας ότι αποτελεί μία κίνηση για τη θωράκιση της επιχείρησης σε μία περίοδο που βρίσκονται δύο πόλεμοι σε εξέλιξη (Ουκρανία, Ισραήλ). “Όλοι οι θεσμικοί έχουν λάβει σαφή θέση προς αυτήν την κατεύθυνση. Το να προσπαθήσουμε να το παίξουμε πιο ξύπνιοι από αυτούς δεν έχει κάποιο αποτέλεσμα”, συμπλήρωσε ο κύριος Βακάκης.

Το κόστος του πολέμου

Και αναφέρθηκε στο κόστος που έχει ο πόλεμος όχι μόνο για την ελληνική αλλά και για τη διεθνή οικονομία. “Το κόστος πολέμου που δεν συζητείται και ο κόσμος νομίζει ότι πρόκειται για μία σκευωρία, είναι τεράστιο. Και μπορεί ο κόσμος να λυγίσει. Το βλέπουμε ότι πολύς κόσμος δεν καταφέρνει να φτάσει στο τέλος του μήνα. Είναι προς όφελος της ανθρωπότητας να τελειώσει αυτή η εκκρεμότητα γιατί εάν δεν τελειώσει, το κόστος είναι αφόρητο και θα δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα. Πρέπει να επικεντρώσουμε το ενδιαφέρον μας προς αυτήν την κατεύθυνση και θα πρέπει να είμαστε πολύ ευαισθητοποιημένοι. Τους βλέπω όλους χαρούμενους. Όταν ανοίγει κάποιος την τηλεόραση όμως αναρωτιέμαι από πού αντλεί αισιοδοξία. Από πού θα συντηρηθεί αυτό το κόστος; Οι επιχειρήσεις σε ποιους πουλάνε; Υπάρχει λοιπόν ένα δυσβάσταχτο κόστος πολέμου που επηρεάζει και την ελληνική κοινωνία αλλά και πολλές ακόμη χώρες, ακόμα και τη Γερμανία. Τα πάντα είναι βασισμένα στην αύξηση της παραγωγικότητας και όχι στην αρρυθμία των αγορών. Η αρρυθμία δημιουργεί ευκαιρίες για μικρές κοινωνικές ομάδες αλλά είναι σε βάρος του συνόλου. Επομένως δεν αποτελεί μία υγιή συνθήκη. Δική μου εκτίμηση είναι ότι είναι τόσο δυσβάσταχτο το κόστος του πολέμου που θα βρουν τρόπο να συμβιβαστούν οι εμπλεκόμενοι. Δεν το αντέχει όχι μόνο η Ελλάδα αλλά και η Ευρώπη στο σύνολό της”.

Για το 2024 ο ίδιος ανέφερε ότι η κατάσταση δεν καλυτερεύει αλλά οδεύει προς το χειρότερο.