Σε καθεστώς πολεμικής οικονομίας η Ρωσία έχει επιβιώσει και μετέρχεται νικηφόρα σε έναν νομισματικό πόλεμο ο οποίος κηρύχθηκε εναντίον της από τη Δύση.
Η διενέργεια εξαγωγών πετρελαίου Urals σε τοπικά νομίσματα, κυρίως με την Κίνα και την Ινδία, καθώς και η αποτυχία των κυρώσεων στα ρωσικά ενεργειακά αγαθά ενίσχυσε τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας και απέτρεψε την κατάρρευση της οικονομίας, όπως σχεδίαζαν οι ΗΠΑ.
Η Ρωσία διεθετε αρκετά συναλλαγματικά διαθέσιμα σε γιουάν και χρυσό ακόμη και μετά την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους, δήλωσε η διοικητής της Τράπεζας της Ρωσίας Elvira Nabiullina στην ετήσια έκθεσή της στο κοινοβούλιο την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με δημοσίευμα του Tass.
Συνεχίζοντας μια πολυετή προσπάθεια για μείωση της έκθεσης στο αμερικανικό νόμισμα, η κεντρική τράπεζα μείωσε το μερίδιο των δολαρίων στα αποθεματικά στο 10,9% την 1η Ιανουαρίου από 21,2% ένα χρόνο νωρίτερα.
Ωστόσο, η διακράτηση ευρώ αυξήθηκε στο 33,9% από 29,2%, ανέφερε η κεντρική τράπεζα.
Τα διαθέσιμα σε γιουάν αυξήθηκαν στο 17,1% από 12,8% ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ ο χρυσός υποχώρησε ελαφρά στο 21,5% στη σύνθεση των αποθεμάτων της κεντρικής τράπεζας της χώρας.
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους επέβαλαν σαρωτικές κυρώσεις στη Ρωσία μετά την στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, συμπεριλαμβανομένων ορίων στα αποθεματικά της κεντρικής τράπεζας.
Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν δηλώσει ότι εξαιτίας των κυρώσεων «πάγωσε» περίπου το ήμισυ των αποθεματικών ύψους 642 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
«Αυτή η εξαιρετική κατάσταση θα οδηγήσει σε αλλαγές ευρείας κλίμακας στη νομισματική πολιτική», επισήμανε η Nabiullina στην έκθεσή της αναδεικνύοντας τη στροφή προς Ανατολάς της ρωσικής οικονομίας.
«Η δύσκολη διαδικασία προσαρμογής στις νέες συνθήκες θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε συρρίκνωση του ΑΕΠ, αλλά η ρωσική οικονομία θα μπορέσει να επιστρέψει σε τροχιά ανάπτυξης», επισημαίνεται.
Εισβολή των κινεζικών τραπεζών…
Την ίδια ώρα, η έκθεση των δυτικών τραπεζών στη Ρωσία πέφτει στα επίπεδα που είχαν τα τελευταία πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς οι κυρώσεις περιορίζουν τις επιχειρήσεις και χάνουν έδαφος από τις κινεζικές τράπεζες οι οποίες επωφελούνται από την αύξηση του μεριδίου σε γιουάν στα συναλλαγματικά αποθέματα.
Τράπεζες από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ θα έχουν έκθεση λιγότερο από 60 δισεκατομμύρια δολάρια στη Ρωσία φέτος, σε σύγκριση με περίπου 40 δισεκατομμύρια δολάρια στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και 10 δισεκατομμύρια δολάρια στις αρχές εκείνης της δεκαετίας, σύμφωνα με αναλυτές της ίδιας της Raiffeisen Bank International,. ιδιοκτήτη της μεγαλύτερης ξένης τράπεζας στη Ρωσία.
Αυτό αποτελεί αρνητικό ρεκόρ από 119 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021, πριν το Κρεμλίνο διατάξει την εισβολή στην Ουκρανία.
Ο μετασχηματισμός της τραπεζικής αγοράς αντανακλά την αυξανόμενη ρήξη μεταξύ της Ρωσίας και των δυτικών χωρών στον απόηχο των κυρώσεων εξαιτίας της στρατιωτικής επιχείρησης στην Ουκρανία.
Αναδεικνύει επίσης την επιτυχία της Κίνας να αναδειχθεί ως εναλλακτικός οικονομικός εταίρος και να επωφελείται από τη στροφή της Ρωσίας στους ασιατικούς εμπορικούς δρόμους.
«Οι κινεζικές τράπεζες είναι πιθανό να διαδραματίσουν τουλάχιστον παρόμοιο ρόλο με τις δυτικές τράπεζες πριν από τη σύγκρουση στην Ουκρανία ως παράγων χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και καλός αγωγός του εξωτερικού εμπορίου», ανέφεραν στην έκθεση οι αναλυτές Ruslan Gadeev και Gunter Deuber.
«Οι δυτικές τράπεζες θα πρέπει θα πληγούν περισσότερο από την περαιτέρω μείωση του όγκου του εξωτερικού εμπορίου», σημειώνεται.
Τo γιουάν αντιπροσωπεύει περίπου το 50% των συναλλαγών στο Χρηματιστήριο της Μόσχας τον Οκτώβριο.
Περίπου το ένα τρίτο του εξωτερικού εμπορίου της Ρωσίας διευθετήθηκε σε κινεζικό νόμισμα τον Σεπτέμβριο, αναφέρουν οι αναλυτές στην έκθεση.
Ο εκτοπισμός
Οι «Big Four» της Κίνας έχουν δει τα συνδυασμένα περιουσιακά τους στοιχεία στο ρωσικό οικονομικό χώρο να τετραπλασιάζονται από τα τέλη του 2021 και οι κινεζικές τράπεζες γενικά απέχουν λίγο από το να εκτοπίσουν τις δυτικές ομολόγους τους στη χώρα όσον αφορά τα διατραπεζικά διαθέσιμα, σύμφωνα με την έκθεση. .
Οι κινεζικές τράπεζες έχουν καθυστερήσει να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς τους σε πιστώσεις και καταθέσεις.
Την ίδια στιγμή, οι προσπάθειες των δυτικών τραπαζών να μειώσουν την έκθεσή τους στη Ρωσία επάγονται ότι χάνουν μερίδιο αγοράς από τις τοπικές τράπεζες, σύμφωνα με τους αναλυτές της Raiffeisen.
Οι τοπικές τράπεζες έχουν ανακάμψει μετά το αρχικό χτύπημα από τις κυρώσεις.
Τα συνολικά κέρδη του ρωσικού τραπεζικού τομέα για τους πρώτους εννέα μήνες του έτους ξεπέρασαν το προηγούμενο ετήσιο υψηλό από πριν από τον πόλεμο, το 2021.
Η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, η κρατική Sberbank PJSC, η οποία μαζί με όλους τους σημαντικούς παίκτες στην αγορά της καθώς το τραπεζικό σύστημα είναι αποκομμένο από το σύστημα διεθνών πληρωμών SWIFT, είναι έτοιμη να αποκομίσει κέρδη ρεκόρ στο ρούβλι φέτος.
Οι τέσσερις μεγαλύτερες μονάδες δυτικών τραπεζών που εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στη Ρωσία είχαν μερίδιο αγοράς περίπου 1% το τρίτο τρίμηνο, από 3% το 2021.