Οι Αμερικανοί ψηφοφόροι, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, πήγαν στις κάλπες την περασμένη Τρίτη με τη σιγουριά ότι η χώρα τους παραμένει η μεγαλύτερη οικονομική και στρατιωτική δύναμη στον κόσμο. Στην πραγματικότητα, η υπεροχή των ΗΠΑ δεν θεωρείται πια δεδομένη και αμφισβητείται έμπρακτα.
Από τον: Βασίλη Γαλούπη
Στη δεκαετία του 1990 προμοταρίστηκε μια μονοπολική «νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων», όπως την αποκαλούσαν οι ΗΠΑ, ως μια παγκόσμια ουτοπία: ο κόσμος θα ήταν «απαλλαγμένος» από τα κράτη και τα σύνορα. Χρήματα, αγαθά και άνθρωποι θα κυκλοφορούσαν ελεύθερα, χωρίς εμπόδια, κι όλοι θα ήταν ευτυχισμένοι (και πλουσιότεροι).
Ετσι, οι έλεγχοι στο κεφάλαιο καταργήθηκαν. Οι ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες καθορίζουν τα επιτόκια. Οι εμπορικοί φραγμοί καταρρίφθηκαν. Από κοντά, εφαρμόστηκε φανατικά και το δόγμα μιας μονοπολικής παγκόσμιας «ιδεολογίας», πάλι με πραγματικό σκοπό την αύξηση των κερδών για κάποιους, που όμως επιβλήθηκε ως ζουρλομανδύας, με τέτοια πίεση, που τελικώς έσπασε. Τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν την κατηφόρα και η νεοφιλελεύθερη ουτοπία δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Το 2009, μέσα στην κρίση που σηματοδότησε η κατάρρευση της Goldman Sachs, πέντε κράτη αποφάσισαν να ιδρύσουν μια ομάδα χωρών με σκοπό να λειτουργήσουν ως «εμβόλιο» απέναντι στην κυριαρχία ενός δυσλειτουργικού συστήματος της Δύσης.
Το γκρουπ ονομάστηκε BRICS, από τα αρχικά των πέντε πρώτων χωρών (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική), σήμερα όμως αποτελείται από 10 χώρες-μέλη, αφού προστέθηκαν και οι Αίγυπτος, Ιράν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Αιθιοπία. Το 2023 ήταν και η Αργεντινή έτοιμη να συμμετάσχει, αλλά ο -νεοεκλεγείς τότε- πρόεδρός της Χαβιέ Μιλέι δεσμεύτηκε να στρέψει τη χώρα σε φιλοδυτική κατεύθυνση, δηλώνοντας ότι δεν θα συμμαχούσε «με τους κομμουνιστές».
Η ένωση συνεχίζει να επεκτείνεται, καθώς πάνω από 30 χώρες είτε έχουν υποβάλει επίσημα αίτηση είτε έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για ένταξη στους BRICS. Σε αυτές περιλαμβάνονται το μέλος του ΝΑΤΟ Τουρκία, σημαντικοί παραγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως η Αλγερία, η Νιγηρία, που διαθέτει τον μεγαλύτερο πληθυσμό στην Αφρική, η Ινδονησία, το Μπανγκλαντές, η Ταϊλάνδη, η Μαλαισία, το Βιετνάμ κ.ά.
Πρόσφατα, στις 24 Οκτωβρίου, ολοκληρώθηκε στο Καζάν της Ρωσίας η τριήμερη σύνοδος κορυφής των BRICS, που το Κρεμλίνο χαρακτήρισε «τη μεγαλύτερη εκδήλωση εξωτερικής πολιτικής που έχει πραγματοποιηθεί ποτέ από τη Ρωσία».
Εκπρόσωποι από 36 χώρες ασχολήθηκαν με την εμβάθυνση της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ τους, την ανάπτυξη εναλλακτικών λύσεων στα συστήματα πληρωμών που κυριαρχούν στη Δύση, τις προσπάθειες για την επίλυση περιφερειακών συγκρούσεων και την επέκταση της ομάδας εθνών των BRICS.
Ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ τόνισε τον ρόλο του μπλοκ στη διασφάλιση της παγκόσμιας ασφάλειας και μίλησε για την ανάγκη πολιτικής διευθέτησης που θα τερματίσει τον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας. Ο Πούτιν κατηγόρησε τη Δύση για «παράνομες μονομερείς κυρώσεις, κραυγαλέο προστατευτισμό, χειραγώγηση νομισμάτων και χρηματιστηρίων και αμείλικτη ξένη επιρροή, που προωθεί φαινομενικά τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ατζέντα της κλιματικής αλλαγής».
Η διαρκώς αναπτυσσόμενη ομάδα των BRICS αποτελεί μια ολοένα αυξανόμενη οικονομική δύναμη που η Δύση δεν μπορεί πια να υποβαθμίζει. Μόνο οι 10 χώρες που αποτελούν τα επίσημα μέλη αντιπροσωπεύουν το 45% του παγκόσμιου πληθυσμού, με πάνω από 3 δισεκατομμύρια ανθρώπους, το 28% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής και το 47% του παγκόσμιου αργού πετρελαίου.
«Η αγνόηση των BRICS ως σημαντικής πολιτικής δύναμης, κάτι που οι ΗΠΑ είχαν την τάση να κάνουν στο παρελθόν, δεν είναι πλέον επιλογή» υποστήριξαν οι μελετητές του Πανεπιστημίου Tufts.
Ο «χαλαρός» δανειστής της… έσχατης λύσης
Για τους BRICS, το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα «δημιουργήθηκε από πλούσιες χώρες για να ωφεληθούν οι πλούσιες χώρες». Κάτι που έχει παραδεχτεί ακόμα κι ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες.
Μετά το κραχ του 2008, κυρίως η Κίνα αλλά και η Ρωσία αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να παίξουν κι εκείνες στο «παιχνίδι δανεισμού», που κορυφωνόταν τότε με την έκρηξη κρατικών χρεών ανά την υφήλιο.
Ηταν η εποχή που οι ψηφοφόροι σε χώρες σαν την Ελλάδα αντιλήφθηκαν μαζικά την κερδοσκοπία και το τζογάρισμα διαφόρων funds στη χρεοκοπία μιας χώρας. Ταυτόχρονα, φάνηκε πόσο άδικο κι αδιαφανές είναι το σύστημα, όταν δεν ξέρουμε ποιος ακριβώς κερδίζει σε περιπτώσεις χρεοκοπιών που επηρεάζουν εκατομμύρια ανθρώπους.
Κίνα και Ρωσία είδαν τη χρυσή ευκαιρία να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους στη σκακιέρα κι άρχισαν ανοιχτά να ανταγωνίζονται το ΔΝΤ, προσπαθώντας να το αντικαταστήσουν.
Η Κίνα έριξε το βάρος της στην οικονομική διπλωματία, που αυτομάτως την καθιστά και ισχυρότερη πολιτικά. Διαθέτοντας τα μεγαλύτερα αποθεματικά στον κόσμο, ξεκίνησε να προβάλλεται ως ο δανειστής της έσχατης λύσης, που θα διατηρήσει τη ροή του χρήματος εκεί που όλοι οι άλλοι αποτραβιούνται. Το 2010 αύξησε δραματικά τον δανεισμό της σε χώρες που δεν έχουν πρόσβαση για διάφορους λόγους στις αγορές ή στους μηχανισμούς χρηματοδότησης της Δύσης.
Πώς το Πεκίνο «έδιωξε» το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από τις ανερχόμενες αγορές
Η Κίνα, ως «νέος» δανειστής, επέλεξε να βάζει διαφορετικούς όρους από τη Δύση. Τα κινεζικά δανεικά δεν συνοδεύονται συνήθως από οικονομικά προγράμματα και μέτρα παρόμοια με αυτά του ΔΝΤ. Το Πεκίνο, αντί να επιμένει τόσο πολύ στη δημοσιονομική πειθαρχία, προτιμά να ζητά από τις δανειολήπτριες χώρες μεγάλα συμβόλαια σε κινεζικές κατασκευάστριες εταιρίες για υποδομές.
Παράλληλα, άρχισε να δημιουργεί τράπεζες με σκοπό να αμφισβητήσει περαιτέρω την κυριαρχία της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ: το 2015, η Κίνα μαζί με τη Βραζιλία, την Ινδία, τη Ρωσία και τη Ν. Αφρική (BRICS) δημιούργησαν τη Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα, επονομαζόμενη και «τράπεζα των φτωχών», με αρχικό κεφάλαιο 50 δισ. δολάρια. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς έχτισε την Asian Infrastructure Investment Bank με κεφάλαιο 100 δισ. δολάρια.
Οταν ξέσπασε ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας το 2022, οι BRICS κατηγόρησαν τη Δύση για υποκρισία, επειδή παγίως υπερασπίζεται τη διεθνή νομιμότητα επιλεκτικά, μόνο όταν συμφέρει τη δική της γεωπολιτική ατζέντα.
Ηταν η ευκαιρία να διαφοροποιηθούν και γεωπολιτικά, μη στηρίζοντας τα αμερικανικά σχέδια. Ο Τζο Μπάιντεν επιδόθηκε σε διαπραγματευτικό μαραθώνιο τεσσάρων μηνών, προσπαθώντας να επηρεάσει κυρίως Ινδία, Βραζιλία, Ισραήλ και τα κράτη του Κόλπου να συμμετάσχουν στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά και να παράσχουν στρατιωτική βοήθεια. «Κανένας από αυτούς δεν εξέφρασε την επιθυμία να το κάνει» παραδέχτηκαν οι «New York Times».
«Οι βασικές στρατηγικές μεσαίες δυνάμεις, όπως οι Ινδία, Βραζιλία και Ν. Αφρική, ακολουθούν μια σκληρή γραμμή διατήρησης της στρατηγικής τους αυτονομίας» δήλωνε τότε ανήσυχος ο πρώην σύμβουλος του ΝΑΤΟ, Μάικλ Ουίλιαμς. Ηταν πρακτικά η πρώτη φορά που κράτη αποφάσισαν μαζικά και κραυγαλέα να προτάξουν το εθνικό τους συμφέρον πάνω από τα «θέλω» της Αμερικής ως παγκόσμιου αστυνόμου.
Κι ενώ ως τότε το δολάριο ήταν ο ηγεμόνας στις παγκόσμιες εμπορικές συναλλαγές, μετά τις εξελίξεις στο Ουκρανικό οι χώρες που δεν ακολούθησαν τις ΗΠΑ βρήκαν το παράθυρο για να αυξήσουν τις συναλλαγές σε δικά τους νομίσματα, κυρίως στο κινεζικό γουάν. Ειδικά στο εμπόριο μεταξύ των BRICS, πολλά ρωσικά προϊόντα αιχμής, όπως καύσιμα και λιπάσματα, που προορίζονταν για την Ευρώπη, άρχισαν να εξάγονται σε Κίνα και Ινδία. Αυτές οι συναλλαγές γίνονται πλέον σε κινεζικό γουάν, όχι σε δολάρια.
Παγκόσμια στροφή προς τα «πολιτισμικά κράτη»
Σήμερα, η επιστροφή του Τραμπ στην Αμερική και οι προτεραιότητές του σηματοδοτούν και επίσημα την έναρξη ενός πολυπολικού κόσμου. Η μονοπολική «νέα παγκόσμια τάξη» θα παρήγε, υποτίθεται, ευημερία για όλους, αλλά δεν το κατάφερε.
Αντίθετα, το σύστημα έφερε μια «πολυκρίση» – από πολέμους, αυξανόμενα χρέη, πτώση του βιοτικού επιπέδου, μέχρι κρίσεις ταυτότητας στις κοινωνίες, όπου η Δύση είναι ανίκανη ή απρόθυμη να ανταποκριθεί. Το συνδυασμένο ΑΕΠ των χωρών του G7 (ΗΠΑ, Ιαπωνίας, Γερμανίας, Ηνωμένου Βασιλείου, Γαλλίας, Ιταλίας, Καναδά) μειώθηκε από 67% το 1994 σε 44% το 2022, ενώ μόνο της Κίνας τετραπλασιάστηκε στο 20% την ίδια περίοδο.
Η Δύση μπορεί να λειτουργεί λες και είναι ακόμη τόσο ισχυρή, αλλά στην πραγματικότητα ο κόσμος άλλαξε και η σημερινή είναι μια διαφορετική παγκόσμια οικονομία. Η άνοδος των BRICS αναδιαμορφώνει την παγκόσμια πολιτική. Γιατί η άνοδος των αμφισβητιών ΗΠΑ και Δύσης ουσιαστικά σημαίνει περιορισμό της παγκόσμιας ηγεμονίας, δηλαδή στην πράξη έναν κόσμο με πάνω από έναν ισχυρούς παίκτες, όπου όλα τα έθνη, ακόμα και τα μικρά, έχουν την ευκαιρία να επιλέγουν συμμαχίες και στρατηγικές με γνώμονα πρωτίστως τη δική τους ακεραιότητα.
Γίνεται πλέον μια παγκόσμια στροφή προς τα «πολιτισμικά κράτη», τα οποία δίνουν προτεραιότητα στη δική τους κυριαρχία και πολιτισμική συνέχεια-ταυτότητα, έναντι σε έναν παγκόσμιο, ομογενοποιημένο, δυτικόστροφο πολιτισμικό κανόνα. Η ατζέντα Τραμπ, με βαρύτητα στην αμερικανική οικονομία πρωτίστως κι επιλεκτική έως αποστασιοποιημένη ενίοτε γεωπολιτική δράση, δεν διαφέρει στην πραγματικότητα και πολύ.
Οι υπερασπιστές του ενός παγκόσμιου συστήματος για όλους λένε ότι τώρα η δημοκρατία και η ειρήνη κινδυνεύουν διεθνώς, όμως το σύστημα αποδείχθηκε διαβρωμένο, με πολλές χώρες παγιδευμένες σε φαύλους κύκλους χρεών και αναζωπύρωση των πολέμων, αφού το Διεθνές Δίκαιο υποστηρίζεται μόνο όταν και όπως εξυπηρετεί τη Δύση.
Η Ε.Ε., για παράδειγμα, βρίσκεται με αδύναμους ή υπερφίαλους ηγέτες, τύπου Σολτς και Μακρόν, ανύπαρκτη ανάπτυξη, ανεξέλεγκτες ροές μετανάστευσης και μια συμφεροντολογική αδιαφορία για τη διεθνή ασφάλεια και το δίκαιο. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία κινητοποίησε ολόκληρη τη γηραιά ήπειρο, αλλά η συνεχόμενη παράνομη κατοχή της Τουρκίας στην Κύπρο, η απαίτηση για εκπτώσεις στην κυριαρχία της Ελλάδας και η πίεση για συνδιαχείριση του Αιγαίου παραμένουν πρακτικά και εξοργιστικά αποδεκτές από την Ε.Ε.
Πώς θα καλυφθεί το κενό των ΗΠΑ
Οικονομικά, το εμπόριο αγαθών μεταξύ των οικονομιών BRICS έχει ξεπεράσει σημαντικά το εμπόριο μεταξύ των χωρών BRICS και G7. Που σημαίνει ότι οι μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς δεν είναι πια πρόθυμες να υποκύψουν στις πιέσεις της Δύσης.
Σ’ αυτό το σκηνικό έρχεται η εκλογή Τραμπ, που μπορεί να λειτουργήσει ως επιταχυντής για αλλαγές σε ολόκληρο τον κόσμο. Δεδομένης της υπόσχεσης του Τραμπ να κλιμακώσει τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ – Κίνας ώστε να διαφυλάξει δουλειές και εισόδημα των Αμερικανών, η λογική θα έλεγε ότι η Κίνα θα προτιμούσε τη Χάρις στην προεδρία των ΗΠΑ.
Ο Τραμπ έχει δεσμευτεί να επιβάλει δασμούς έως και 60% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές στις ΗΠΑ και δασμούς 10%-20% στις εισαγωγές στις ΗΠΑ από όλες τις χώρες. Πλήγμα σημαντικό για το Πεκίνο, αφού το 2022 είχε εμπορικό πλεόνασμα 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τις ΗΠΑ. Αλλά αυτή η πίεση μπορεί να λειτουργήσει εξίσου αρνητικά και για την Ευρώπη, ειδικά για την αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας, που αποτελεί και το βασικό όπλο των εξαγωγών της.
Ομως και οι Δημοκρατικοί έχουν υιοθετήσει σκληρή γραμμή με την Κίνα. Η Κάμαλα Χάρις έλεγε ότι, αν κερδίσει, θα επιμείνει στα μέτρα του Μπάιντεν, τα οποία περιλαμβάνουν δασμούς 100% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, απαγορεύσεις επενδύσεων και κυρώσεις σε εταιρίες τεχνολογίας.
Η Κίνα γνωρίζει ότι δεν υπάρχει ελπίδα για βελτίωση των σχέσεων με την Ουάσινγκτον, υπό οποιονδήποτε πρόεδρο των ΗΠΑ. Ετσι, ο Τραμπ μάλλον τη συμφέρει περισσότερο:
«Πώς μια νίκη του Τραμπ θα μπορούσε να ωφελήσει τον κόσμο; Ο προστατευτισμός του Τραμπ θα μπορούσε να επιτρέψει σε άλλους να καλύψουν το κενό που αφήνουν οι ΗΠΑ» έγραψε η «South China Morning Post», εξηγώντας ότι «άλλοι παίκτες, όπως η Κίνα και η Ρωσία, μπορεί να καλύψουν το κενό, όσο οι BRICS αρχίζουν να επισκιάζουν τη δυτική τάξη πραγμάτων υπό τις ΗΠΑ, παρέχοντας στις χώρες ένα εναλλακτικό πλαίσιο».
Πηγή: Κυριακάτικη Δημοκρατία