Ο Γιαχία Σινουάρ φέρεται να είναι μεταξύ των θυμάτων της τελευταίας επίθεσης που πραγματοποίησε το Ισραήλ στη Γάζα, με τις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις να επιχειρούν να εξακριβώσουν τις αναφορές που θέλουν τον ηγέτη της Χαμάς να είναι νεκρός.
“Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων των IDF στη Γάζα, εξουδετερώθηκαν 3 τρομοκράτες. Οι IDF και η ISA ελέγχουν την πιθανότητα ένας από τους τρομοκράτες να ήταν ο Γιαχία Σινουάρ. Σε αυτό το στάδιο, η ταυτότητα των τρομοκρατών δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί.
Στο κτίριο όπου εξουδετερώθηκαν οι τρομοκράτες, δεν υπήρχαν σημάδια παρουσίας ομήρων στην περιοχή. Οι δυνάμεις που επιχειρούν στην περιοχή συνεχίζουν να επιχειρούν με την απαιτούμενη προσοχή“, αναφέρεται σε ανάρτηση που πραγματοποίησαν στο X οι IDF.
Από τα τέλη Σεπτεμβρίου πληροφορίες ανέφεραν ότι ο Σινουάρ ήταν απομονωμένος και δεν είχε επικοινωνήσει με άλλα στελέχη της Χαμάς, ενώ φέρεται να κρυβόταν ανάμεσα σε ομήρους, χρησιμοποιώντας τους ως ανθρώπινες ασπίδες.
Το Κανάλι 12 αναφέρει ότι τα στρατεύματα άνοιξαν πυρ εναντίον μιας ομάδας τρομοκρατών στο ισόγειο ενός κτιρίου. Όταν στη συνέχεια μπήκαν στο κτίριο, συνειδητοποίησαν ότι ένας από τους νεκρούς τρομοκράτες “έμοιαζε πολύ” με τον Σινουάρ.
O ηγέτης της Χαμάς στη Γάζα από το 2017, γνωστός ως “Μπιν Λάντεν της Γάζας“, ήταν το φαβορί για να αναλάβει πολιτικός ηγέτης της Χαμάς, δεδομένου και ότι ήταν εκείνος που έκανε μαζί με τον Χανίγια τις διαπραγματεύσεις για το τέλος των επιθέσεων.
Φέρεται να ήταν αυτός που οργάνωσε τις επιθέσεις του “Μαύρου Σαββάτου”, τον Οκτώβρη του 2023 και προφανώς έκτοτε αποτελούσε έναν από τους βασικούς στόχους του Ισραήλ.
Ποιος ήταν ο Γιαχία Σινουάρ
Ο Σινουάρ γεννήθηκε το 1962 στον προσφυγικό καταυλισμό της Χαν Γιούνις στη Λωρίδα της Γάζας και ήταν μέλος της γενιάς των ηγετών της Χαμάς που συμμετείχαν ενεργά στην πρώτη Ιντιφάντα (1987-1993).
Ο Σινουάρ εντάχθηκε στη Χαμάς κατά την ίδρυσή της το 1987 και γρήγορα ανέβηκε στην ιεραρχία. Σπούδασε στο Ισλαμικό Πανεπιστήμιο της Γάζας και από νωρίς ενεπλάκη σε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Στην πρώτη Ιντιφάντα έπαιξε ηγετικό ρόλο, κυρίως στην οργάνωση της πτέρυγας ασφαλείας της Χαμάς, γνωστής ως “Majd“, η οποία ήταν υπεύθυνη για την καταστολή εσωτερικής αντιπολίτευσης και συνεργατών του Ισραήλ. Αυτή η εμπλοκή τον οδήγησε να θεωρείται ένας από τους πιο αδίστακτους και σκληρούς ηγέτες της Χαμάς.
Το 1988 συνελήφθη από τις ισραηλινές αρχές για τη συμμετοχή του σε τρομοκρατικές ενέργειες και τη δολοφονία Παλαιστινίων που θεωρούνταν συνεργάτες του Ισραήλ. Μέντορας του ήταν ο ιδρυτής του κινήματος, Σεΐχης Αχμέντ Γιασίν. Από αυτόν έμαθε μεθόδους να εντοπίζει, να κυνηγά και να πιάνει Παλαιστίνιους που συνεργάζονταν με Ισραηλινούς. Έχει καταθέσει ενώπιον ισραηλινών αρχών ότι σκότωσε έναν ‘προδότη’, στραγγαλίζοντας τον με κεφίγια (μαντίλι σύμβολο των Παλαιστινίων), μετά τον τύλιξε σε ένα λευκό σάβανο και τον έβαλε σε έναν τάφο.
Καταδικάστηκε σε τέσσερις φορές ισόβια κάθειρξη, αλλά το 2011 ήταν μεταξύ των 1.027 Παλαιστίνιων αιχμαλώτων που αφέθηκαν ελεύθεροι, σε αντάλλαγμα για την απελευθέρωση του Ισραηλινού στρατιώτη Γκιλάντ Σαλίτ από τη Χαμάς. Οι Ισραηλινοί έχουν δηλώσει πως η αποφυλάκιση του ήταν το χειρότερο λάθος στην ιστορία της χώρας, ενώ η επιστροφή του στη Γάζα σηματοδότησε την ανάδειξή του σε κεντρική ηγετική μορφή.
Μετά την απελευθέρωσή του, ο Σινουάρ συνέχισε την άνοδό του στην ηγεσία της Χαμάς και το 2017 εξελέγη ηγέτης της οργάνωσης στη Λωρίδα της Γάζας, αντικαθιστώντας τον Ισμαήλ Χανίγια που μετακινήθηκε στη γενική ηγεσία. Η ανάδειξή του αντικατοπτρίζει τη στροφή της Χαμάς προς μια πιο στρατιωτικοποιημένη ηγεσία.
Το 2021 όταν τον ξαναψήφισαν για ηγέτη της Χαμάς στη Γάζα, υποσχέθηκε να απελευθερώσει κι άλλους Παλαιστίνιους κρατουμένους. Λίγους μήνες μετά, διέταξε εκτόξευση ρουκετών στην Ιερουσαλήμ. Ήταν η απαρχή πολέμου 11 ημερών με πολλούς νεκρούς και καταστροφές ένθεν κι ένθεν, πριν ο Σινουάρ δείξει πως τον ενδιαφέρει μόνο η οικονομική ανάκαμψη της Λωρίδας της Γάζας.