Η μεταβατική περίοδος μεταξύ του Προέδρου Τζο Μπάιντεν και του εκλεγμένου Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αναδεικνύει μια ασυνήθιστη δυναμική, όπου δύο ηγέτες επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ταυτόχρονα.
Οι ενέργειες του Μπάιντεν
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν συνεχίζει να επιδιώκει διπλωματικές λύσεις, ανακοινώνοντας πρόσφατα κατάπαυση του πυρός με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ και την υποστήριξη της Γαλλίας, η οποία προσπαθεί να δώσει τέλος στις συγκρούσεις στον Λίβανο.
Αυτή η συμφωνία αντικατοπτρίζει τη δέσμευσή του Μπάιντεν για σταθερότητα στη Μέση Ανατολή πριν από τη λήξη της θητείας του. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ελπίζει επίσης να επιτύχει παρόμοια κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς στη Γάζα και να προωθήσει μακροπρόθεσμους στόχους, όπως η εξομάλυνση των σχέσεων Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας.
Η Προεκλογική Δράση του Τραμπ
Αντίθετα, ο εκλεγμένος Πρόεδρος Τραμπ υιοθετεί μια σκληρή στάση, ακόμα και πριν την ανάληψη των καθηκόντων του. Αυτή την εβδομάδα, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να επιβάλει δασμούς σε βασικούς εμπορικούς εταίρους, ο Καναδάς, το Μεξικό και η Κίνα, σηματοδοτώντας μια σημαντική απομάκρυνση από την προσέγγιση του Μπάιντεν στην οικονομία και τις εμπορικές συναλλαγές.
Οι κινήσεις αυτές έχουν ως στόχο να κερδίσουν πλεονεκτήματα για ευρύτερες διαπραγματεύσεις, αλλά κινδυνεύουν να αναζωπυρώσουν τον πληθωρισμό και να αποσταθεροποιήσουν τις σχέσεις.
Ο Τραμπ έχει επίσης εξουσιοδοτήσει ιδιωτικές πρωτοβουλίες, παρακάμπτοντας τη νυν κυβέρνηση, όπως συζητήσεις που φέρονται να διεξάγονται από τον Έλον Μασκ με το Ιράν.
Παράλληλα, ο Ντόναλντ Τραμπ ισχυρίζεται ότι η ηγεσία του έχει ήδη επηρεάσει την αποκλιμάκωση στη Μέση Ανατολή, ισχυρισμός που απορρίπτεται από την ομάδα Μπάιντεν ως ανακριβής.
Οι προκλήσεις της μετάβασης
Η αλληλεπικάλυψη επιρροής Μπάιντεν και Τραμπ κατά την περίοδο μετάβασης δημιουργεί ανησυχία και αβεβαιότητα στη διεθνή κοινότητα. Οι διεθνείς ηγέτες δεν είναι σίγουροι αν πρέπει να συνεργαστούν με την απερχόμενη διοίκηση ή να προετοιμαστούν για τις πολιτικές του Τραμπ.
Η διπλωματική σύγχυση επιδεινώνεται από την άρνηση του Τραμπ να υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας για τη διευκόλυνση της μετάβασης, εμποδίζοντας την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των δύο διοικήσεων.
Αν και οι συμβουλευτικές ομάδες Μπάιντεν και Τραμπ συνεργάζονται σε κρίσιμα ζητήματα, όπως για την κατάπαυση του πυρός στον Λίβανο, ωστόσο ο γενικότερος συντονισμός παραμένει περιορισμένος. Η ομάδα του Τραμπ υπέγραψε μόλις πρόσφατα ένα μνημόνιο συνεργασίας με τον Λευκό Οίκο, αλλά συνεχίζει να καθυστερεί συμφωνίες με βασικές υπηρεσίες, όπως το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Αμφιλεγόμενες ενέργειες και επιπτώσεις
Οι προεκλογικές κινήσεις του Τραμπ, όπως η συνομιλία με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν δεν έχουν επιβεβαιωθεί, γεγονός που υπογραμμίζει την έλλειψη διαφάνειας κατά τη διάρκεια αυτής της κρίσιμης περιόδου μετάβασης. Παράλληλα, ο Τραμπ με τον άμεσο διορισμό ειδικού απεσταλμένου στην Ουκρανία, ήθελε να επιβεβαιώσει όσα υποστήριζε στις προεκλογικές του ομιλίες, ότι δηλαδή θα δώσει τέλος στον πόλεμο Ουκρανίας – Ρωσίας πριν μπεί στο οβάλ γραφείο.
Οι ευθύνες του ειδικού απεσταλμένου πιθανότατα θα περιλαμβάνουν τον συντονισμό με διεθνείς εταίρους, τη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών και τη διασφάλιση ότι οι στρατηγικές προτεραιότητες των ΗΠΑ θα τηρηθούν καθ’ όλη τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, όταν αυτή τελικά εκκινήσει.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι ενέργειες του Τραμπ ευθυγραμμίζονται με τη στρατηγική του να διαμορφώσει γρήγορα την πολιτική των ΗΠΑ και να εδραιώσει την επιρροή του. Ενεργώντας δυναμικά τώρα, ο Τραμπ προσπαθεί να κατευθύνει τη χώρα πριν την ανάληψη των καθηκόντων του, έτσι ώστε όταν μπει στο οβαλ γραφείο να εκμεταλλευτεί άμεσα τη λαϊκή εντολή για να προωθήσει πολιτικές αλλαγές.
Αναλυτές εκτιμούν ότι αυτή η πρωτοφανής «διπλή ηγεσία» με την αλληλεπικάλυψη ενεργειών κατά την αμερικανική προεδρική μετάβαση δημιουργεί ευκαιρίες και κινδύνους. Ο Μπάιντεν επιδιώκει να ολοκληρώσει διπλωματικές επιτυχίες, ενώ ο Τραμπ προωθεί δυναμικά την ατζέντα του, ενδεχομένως υπονομεύοντας τη σταθερότητα της μεταβατικής διαδικασίας.
Πηγή: https://www.cnn.gr/