«Χρυσό» το γ’ τρίμηνο για τις τράπεζες, νέο ρεκόρ κερδοφορίας
Έσοδα τόκων, προμήθειες και κέρδη από ομόλογα έδωσαν ώθηση στα οικονομικά αποτελέσματα
Καλύτερα από το αναμενόμενο εξελίχθηκε το τρίτο τρίμηνο του έτους για τις τράπεζες, που αναμένεται τις επόμενες ημέρες να ανακοινώσουν υψηλή κερδοφορία και είναι πιθανόν οι διοικήσεις να προχωρήσουν σε νέες θετικές αναθεωρήσεις των προβλέψεών τους για τα μεγέθη του 2024, όπως είχαν κάνει και με τις ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων 6μήνου.
Οι βασικοί παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών εξελίχθηκαν πολύ καλά το τρίτο τρίμηνο, επιτρέποντας στις τράπεζες να βελτιώσουν περαιτέρω τα μεγέθη τους. Ειδικότερα,
- Τα καθαρά έσοδα από τόκους, που αποτελούν τη «δύναμη πυρός» των τραπεζών τα τελευταία χρόνια, μετά την αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, παρέμειναν πολύ υψηλά, καθώς πολύ νωρίς σταμάτησε η στροφή των καταθετών στις «ακριβές», για τις τράπεζες, καταθέσεις ταμιευτηρίου, ενώ τα επιτόκια των δανείων παρέμειναν υψηλά.
- Σε ό,τι αφορά τις προμήθειες, οι τράπεζες έχουν ανακαλύψει νέα «φλέβα» για την αύξηση των εσόδων τους, τα αμοιβαία κεφάλαια νέου τύπου, που προσφέρουν στους καταθέτες ως εναλλακτική επιλογή έναντι των προθεσμιακών καταθέσεων. Παράλληλα, συνεχίζουν να αυξάνουν τα έσοδά τους από τις πάσης φύσεως προμήθειες στο κομμάτι των πληρωμών.
- Ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσαν, σύμφωνα με πληροφορίες, τα έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις, δηλαδή κυρίως από αγοραπωλησίες ομολόγων του Δημοσίου, καθώς μέσα στο γ’ τρίμηνο έπεσαν αρκετά οι αποδόσεις (και, αντίστοιχα, ανέβηκαν οι τιμές) των ελληνικών τίτλων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα στο τρίμηνο η απόδοση του 10ετούς έπεσε από 3,75% σε 3,10%.
Όπως σημείωνε ο Μάνος Χατζηδάκης της Beta, «η εκκίνηση των ανακοινώσεων των τραπεζικών αποτελεσμάτων του γ’ τριμήνου την προσεχή Παρασκευή 1η Νοεμβρίου (Τρ. Πειραιώς πριν το άνοιγμα) είναι ίσως κομβική για την πορεία της Αγοράς καθώς η πρόσφατη πίεση είχε επίκεντρο τις μετοχές του τραπεζικού κλάδου. Τα κύρια στοιχεία τα οποία θα εστιάσει η αγορά είναι τα εξής:
α) το βαθμό μείωσης των εσόδων από τόκους,
β) το νέο καθεστώς τιμολόγησης ειδικών κατηγοριών των τραπεζικών προμηθειών που απευθύνονται στην λιανική,
γ) την ποιότητα του ενεργητικού,
δ) το ενοποιημένο σχήμα Eurobank – Ελληνικής,
ε) το πλάνο μείωσης της αναβαλλόμενης φορολογίας και
στ) την επικαιροποίηση επίτευξης των ετήσιων στόχων».
Οι προβλέψεις για τα κέρδη και το εξαιρετικό α’ εξάμηνο
Για το σύνολο του γ’ τριμήνου, όπως τόνιζε ο κ. Χατζηδάκης, οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις της αγοράς για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες αναμένουν καθαρά κέρδη 1,15 δισ. ευρώ, σταθεροποίηση των NPEs στο 3,6% και οριακή αύξηση των χορηγήσεων κατά 0,3%.
Πολύ καλό το α’ εξάμηνο
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το α’ εξάμηνο του έτους επιβεβαίωσαν την πολύ καλή πορεία των τραπεζών, καθώς στο σύνολο του τραπεζικού τομέα καταγράφηκαν κέρδη μετά από φόρους και διακοπτόμενες δραστηριότητες ύψους 2,3 δισεκ. ευρώ, έναντι κερδών 1,9 δισεκ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2023. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλε καθοριστικά η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους. Τα λειτουργικά έσοδα των ελληνικών τραπεζικών ομίλων αυξήθηκαν κατά 10,8% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2023. Τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 11,4%.
Όσον αφορά τις προοπτικές για την κερδοφορία, τονίζει η ΤτΕ, μερικοί από τους παράγοντες που θα την επηρεάσουν είναι οι εξής:
- α) η επίδραση στα καθαρά έσοδα τόκων από τη μείωση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ που ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2024 και αναμένεται να συνεχιστεί,
- β) η επίτευξη των επιχειρησιακών στόχων των τραπεζών για νέες εκταμιεύσεις δανείων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά, η διαφοροποίηση των πηγών εσόδων τους και ο εξορθολογισμός του λειτουργικού κόστους,
- γ) οι εξελίξεις στη χρηματοοικονομική κατάσταση νοικοκυριών και επιχειρήσεων που δύνανται να επηρεάσουν το κόστος πιστωτικού κινδύνου των τρα-πεζών και δ) η συμβολή της επέκτασης των διεθνών δραστηριοτήτων κάποιων τραπεζικών ομίλων.
Πάνω από την ευρωζώνη οι δείκτες αποδοτικότητας
Οι δείκτες αποδοτικότητας των ελληνικών τραπεζών, όπως καταγράφονται από την ΤτΕ σε σύγκριση με τους μέσους όρους της ευρωζώνης, ήταν πολύ υψηλότεροι. Σε ότι αφορά τα περιθώρια επιτοκίου, οι ελληνικές τράπεζες εμφάνισαν κατά μέσο όρο 2,8%, έναντι μόλις 1,6% στην ευρωζώνη, ενώ αρκετά υψηλότεροι ήταν οι δείκτες απόδοσης κεφαλαίου και ενεργητικού.
Πηγή: https://www.sofokleousin.gr/