Ο επόμενος μεγάλος πόλεμος δεν αργεί και δεν θα γίνει για το πετρέλαιο αλλά για…τρόφιμα και νερό
Η προειδοποίηση έρχεται από τον Σάνι Φεργκέσε, διευθύνοντα σύμβουλο της Olam Agri, ενός εκ των μεγαλύτερων traders εμπορευμάτων στον κόσμο και συνοδεύεται από δεδομένα
Ο κόσμος οδεύει προς «διατροφικούς πολέμους», καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις και η κλιματική αλλαγή ωθούν τις χώρες σε σύγκρουση για τη μείωση των προμηθειών, δήλωσε ο Σάνι Φεργκέσε ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους γεωργικών προϊόντων στον κόσμο.
«Ζήσαμε πολλούς πολέμους για το πετρέλαιο. Αλλά έχουμε μπροστά μας ακόμη μεγαλύτερους πολέμους να δούμε. Και αυτοί θα είναι για τα τρόφιμα και το νερό», είπε χαρακτηριστικά σύμφωνα με το δημοσίευμα των Financial Times.
Συγκεκριμένα μιλώντας στο συνέδριο καταναλωτών Redburn Atlantic και Rothschild την περασμένη εβδομάδα, ο Φεργκέσε προειδοποίησε ότι οι εμπορικοί φραγμοί που επιβλήθηκαν από τις κυβερνήσεις που επιδιώκουν να στηρίξουν τα εγχώρια αποθέματα τροφίμων είχαν επιδεινώσει τον πληθωρισμό των τροφίμων.
Οι μεγάλοι έμποροι αγροτικών προϊόντων, οι οποίοι καρπώθηκαν κέρδη ρεκόρ το 2022 μετά την πλήρη εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οδήγησαν τις τιμές των τροφίμων στα ύψη, κατηγορήθηκαν ότι επιδείνωσαν τον πληθωρισμό των τιμών από τις πλημμύρες μέσω της αύξησης των κερδών.
Οι τιμές των βασικών ειδών διατροφής εκτινάχθηκαν όχι μόνο γιατί οι δύο χώρες είναι εκ των μεγαλύτερων προμηθευτών σιτηρών παγκοσμίως, αλλά και γιατί 154 χώρες όρθωσαν συνολικά 1.266 εμπορικά εμπόδια, πέραν των δασμών.
Οι πλουσιότερες ανεπτυγμένες οικονομίες, αλλά και δύο πανίσχυρες αναδυόμενες, η Κίνα και η Ινδία – όσοι δηλαδή είχαν το χρήμα και τη διαπραγματευτική ισχύ – θέλησαν να γεμίσουν τις αποθήκες τους, για να διασφαλίσουν τις ανάγκες τους, δημιουργώντας έτσι στον υπόλοιπο κόσμο μία τεράστια ανισορροπία προσφοράς και ζήτησης.
«Η Ινδία, η Κίνα, όλοι έχουν αποθέματα ασφαλείας», είπε. «Αυτό απλώς επιδεινώνει το παγκόσμιο πρόβλημα». Οι τιμές των τροφίμων άρχισαν να ανεβαίνουν στον απόηχο του Covid-19 και αυξήθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς ορισμένες εξαγωγές σιτηρών και λιπασμάτων εμποδίστηκαν από τη σύγκρουση.
Αυτό βάθυνε την επισιτιστική ανασφάλεια στις φτωχότερες χώρες και άφησε τους καταναλωτές σε όλο τον κόσμο να αντιμετωπίζουν μια κρίση κόστους ζωής. Με αυτή την άνοδο και την κλιματική αλλαγή που εμποδίζει την αγροτική παραγωγή παγκοσμίως, οι κυβερνήσεις στρέφονται όλο και περισσότερο σε προστατευτικές πολιτικές. Το 2022, η Ινδονησία απαγόρευσε τις εξαγωγές φοινικέλαιου για να προστατεύσει την τοπική αγορά, ενώ πέρυσι η Ινδία επέβαλε περιορισμούς στις εξαγωγές ορισμένων ειδών ρυζιού σε μια προσπάθεια να περιορίσει την αύξηση των εγχώριων τιμών πριν από τις κοινοβουλευτικές εκλογές, μετά από ασταθή μουσώνα που διέκοψε την παραγωγή και πυροδότησε φόβους για προμήθεια έλλειψη. «Ήταν το μεγαλύτερο λάθος, που θα μπορούσαν να κάνουν», σχολιάζει ο Φεργκέσε. Αλλά το έκαναν. Και τα δεδομένα τώρα δεν αλλάζουν είπε χαρακτηριστικά
Και η λειψυδρία στο προσκήνιο
Η κρίση κόστους ζωής – που φέρνει τους πρώτους πολιτικούς σεισμούς στον ανεπτυγμένο κόσμο – είναι πολύ οξύτερη για τις φτωχότερες οικονομίες του πλανήτη. Και το πρόβλημα είναι ότι αυτές ακριβώς είναι και οι οικονομίες που φαίνεται να αντιμετωπίζουν τις σοβαρότερες προκλήσεις από την κλιματική αλλαγή. Το πρόβλημα της λειψυδρίας είναι οξύτατο σε ορισμένες περιοχές, καθώς τα κύματα καύσωνα και οι περίοδοι έντονης ξηρασίας είναι ολοένα και πιο συχνά, ολοένα και πιο σφοδρά.
Ακόμη και στην Ελλάδα, μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές, η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τη λειψυδρία και τις υποδομές νερού.
Η πίεση που αισθάνονται μικροί και μεγάλοι, σε μία περίοδο αστάθειας και συνεχώς γεωπολιτικών εντάσεων, δεν θα αργήσει να μεταφραστεί σε νέες εστίες θερμών επεισοδίων. Κάποτε οι πόλεμοι είχαν να κάνουν με το κυνήγι του πετρελαίου. Τώρα στην εποχή της «πράσινης μετάβασης» και της επίμονης ακρίβειας, θα γίνουν για κάτι πολύ πιο «ταπεινό». Για το πιάτο στο τραπέζι μας.