Χατζηδάκης: Θα περιμένουμε…την νέα απόφαση του Αρείου Πάγου για τα δάνεια σε ελβετικό
Τη νέα απόφαση του Αρείου Πάγου επί της συλλογικής αγωγής για δάνεια με ελβετικό φράγκο αναμένει η κυβέρνηση, συντονίζεται και θα συντονίζεται με τις άλλες χώρες – μέλη της ευρωπαϊκής ένωσης, ώστε να δει πως θα εξελιχθεί το ζήτημα. Αυτό τόνισε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης από το βήμα της Βουλής απαντώντας στις προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης για ειδική ρύθμιση των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο.
Γράφει η Άρτεμις Σπηλιώτη, imerisia.gr
«Θα επιχειρήσουμε, μαζί και με τους εταίρους μας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να βρούμε τη βέλτιστη, δικαιότερη λύση» ανέφερε ο Κωστής Χατζηδάκης στη διάρκεια της συζήτησης στην ολομέλεια του νομοσχεδίου για τους servicers, τις αλλαγές στον εξωδικαστικό και τον «Ηρακλή ΙΙΙ» που θα ψηφιστεί τη Δευτέρα.
«Υπάρχουν προδικαστικά ερωτήματα στο δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπάρχει μία απόφαση του γαλλικού ανώτατου δικαστηρίου. Στην Ελλάδα, επίσης, υπάρχει μία νέα συλλογική, αυτή τη φορά, αγωγή που θα εκδικαστεί και πάλι ενώπιον του Αρείου Πάγου» ανέφερε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σημειώνοντας ότι υπάρχει στην Ελλάδα αρνητική απόφαση του Αρείου Πάγου.
Η τροπολογία του ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ κατέθεσε τροπολογία σύμφωνα με την οποία:
- Για την αποπληρωμή οφειλών από στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια που έχουν χορηγηθεί ή μετατραπεί σε ελβετικό φράγκο κατά τη χρονική περίοδο 2006 έως 2009, σε περίπτωση που η συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/ελβετικού φράγκου (τιμή ανταλλαγής ενός ευρώ προς το ελβετικό φράγκο) είναι κατά το χρόνο αποπληρωμής χαμηλότερη αυτής που ίσχυε κατά το χρόνο εκταμίευσης ή μετατροπής, εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος η συναλλαγματική ισοτιμία του χρόνου εκταμίευσης ή μετατροπής μειωμένη κατά το ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς τιμής που αυτή εμφανίζει σε σχέση με συναλλαγματική ισοτιμία κατά τον χρόνο αποπληρωμής.
- Για κάθε καταβολή που έχει πραγματοποιηθεί για την αποπληρωμή οφειλών από τις συμβάσεις της παραγράφου 1 πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος εφαρμόζεται αναδρομικά συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/ελβετικού φράγκου που είναι ίση με τη μέση τιμή που προκύπτει ανάμεσα στη συναλλαγματική ισοτιμία που ίσχυε κατά το χρόνο εκταμίευσης ή μετατροπής και την αντίστοιχη ισοτιμία κατά το χρόνο της καταβολής. Η αποπληρωμή του δανείου επανυπολογίζεται με βάση την συναλλαγματική ισοτιμία που προκύπτει για τις καταβολές αυτές κατ’ εφαρμογή του πρώτου εδαφίου και το υπόλοιπο της οφειλής επαναπροσδιορίζεται. Σε περίπτωση που οι καταβολές με το νέο υπολογισμό υπερβαίνουν την εξόφληση της οφειλής από τη σύμβαση, ο πιστωτής δεν υποχρεούται στην επιστροφή του υπερβάλλοντος ποσού.
- Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται ενόσω η συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/ελβετικού φράγκου ήταν ή είναι κατά το χρόνο αποπληρωμής χαμηλότερη σε ποσοστό που υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) αυτής που ίσχυε κατά το χρόνο εκταμίευσης ή μετατροπής ή οδηγούν σε εφαρμογή συναλλαγματικής ισοτιμίας που δεν είναι χαμηλότερη από το όριο αυτό.
Η στάση της αντιπολίτευσης και η κοινοτική οδηγία
Η αντιπολίτευση στηρίζει την κριτική της για την απουσία ειδικής ρύθμιση για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, στην αναφορά που υπάρχει στην κοινοτική οδηγία 2167/2021 για τους servicers, ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τους πιστωτές να διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες, ώστε να καταβάλλουν προσπάθειες να παρέχουν, κατά περίπτωση, εύλογη περίοδο ανοχής πριν από την έναρξη διαδικασιών κατάσχεσης (…) και θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (Οκτ 2018) σχετικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και των ανοιγμάτων με ανοχή, και οι κατευθυντήριες γραμμές προς τις τράπεζες σχετικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που εξέδωσε η ΕΚΤ τον Μάρτιο του 2017.
Η οδηγία 2167/2021
Σύμφωνα πάντως με τον Κωστή Χατζηδάκη, «Ούτε με αυτήν την οδηγία, που σήμερα συζητάμε, έχει υπάρξει κάποια διαδικασία νομοθέτησης επί του συγκεκριμένου θέματος, ενώ υπάρχει στην Ελλάδα αρνητική απόφαση του Αρείου Πάγου». Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 56 της οδηγίας, τα μέτρα ανοχής θα πρέπει να μπορούν συνίστανται σε ορισμένες παραχωρήσεις προς των καταναλωτή, μεταξύ των οποίων «μετατροπές νομισμάτων».
Αναλυτικά:
«Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με τα μέτρα ανοχής που πρέπει να ληφθούν, οι πιστωτές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις ατομικές περιστάσεις του καταναλωτή, τα συμφέροντα και τα δικαιώματα του καταναλωτή, καθώς και την ικανότητα του καταναλωτή να εξοφλήσει την πίστωση, ιδίως εάν η σύμβαση πίστωσης εξασφαλίζεται με ακίνητη περιουσία που χρησιμοποιείται ως κατοικία και αποτελεί την κύρια κατοικία του καταναλωτή.
Τα μέτρα ανοχής θα πρέπει να μπορούν να συνίστανται σε ορισμένες παραχωρήσεις προς τον καταναλωτή, όπως ολική ή μερική αναχρηματοδότηση μιας σύμβασης πίστωσης, ή τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων μιας σύμβασης πίστωσης, όπως παράταση της διάρκειάς της, αλλαγή του είδους της σύμβασης πίστωσης, αναβολή της καταβολής του συνόλου ή μέρους των δόσεων αποπληρωμής για ορισμένο χρονικό διάστημα, αλλαγή του επιτοκίου, παροχή αναστολής καταβολής δόσεων, μερική αποπληρωμή δόσεων, μετατροπές νομίσματος, μερική άφεση και ενοποίηση του χρέους»
Ο κατάλογος των μέτρων ανοχής που προβλέπονται στην οδηγία της ΕΕ δεν είναι εξαντλητικός και, ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη παραμένουν ελεύθερα να προβλέψουν πρόσθετα μέτρα. Ομοίως, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να μην προβλέψουν κάποιο ειδικό μέτρο, εφόσον υπάρχει αυτή η πρόβλεψη σε εθνικό επίπεδο, υπό τον όρο ότι εξακολουθεί να είναι διαθέσιμος ένας εύλογος αριθμός μέτρων.