Moody’s: Οι λόγοι που δεν αναβαθμίστηκε κατά την αξιολόγηση η Ελλάδα

Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody’s ανέτρεψε τις όποιες προσδοκίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη που και σε αυτό τον τομέα φαίνεται να έχει αποτύχει παταγωδώς

Παρά λοιπόν τις όποιες προσπάθειες,, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα παραμείνει πολύ υψηλός για τα επόμενα 3 με 5 έτη, ενώ το δημογραφικό αποτελεί βασική διαρθρωτική αδυναμία – Τι αναφέρει ο ο Steffen Dyck, Senior Vice President του οίκου και υπεύθυνος για το rating της χώρας μας

Ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody’s «πάγωσε» τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί με την απόφαση της να μην αναβαθμίσει ούτε καν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας από σταθερές (stable) σε θετικές (positive) και να διατηρήσει αμετάβλητη την αξιολόγηση σε Βa1 σταθερό.

Ο οίκος σε σχετικό report εξηγεί τους λόγους πίσω από την απόφαση αυτή, αναφέροντας πως ότι το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας υποστηρίζεται από ένα σταθερό ιστορικό μεταρρυθμίσεων, το οποίο οδήγησε σε ορατές και σημαντικές βελτιώσεις στους θεσμούς και τη διακυβέρνηση, ισχυρότερες επενδύσεις και υγιέστερο τραπεζικό τομέα.

Από την άλλη όμως, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας θα παραμείνει πολύ υψηλός για τα επόμενα 3 με 5 έτη, αν και η ευνοϊκή δομή του χρέους και το μεγάλο απόθεμα μετρητών είναι σημαντικοί παράγοντες που μετριάζουν το πρόβλημα.

Η Moody’s αξιολογεί την οικονομική ισχύ της Ελλάδας ως «baa1» κάτι που αντανακλά τη σχετικά χαμηλότερη οικονομική διαφοροποίηση και πολυπλοκότητα της οικονομίας σε σύγκριση με άλλες χώρες και ο ακόμη χαμηλός –αν και αυξανόμενος– δείκτης επενδύσεων. «Επιπλέον, αντικατοπτρίζει μακροπρόθεσμες προκλήσεις για τη δυνητική ανάπτυξη από δυσμενή δημογραφικά στοιχεία. Η σημερινή κυβέρνηση έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει ορισμένες από τις διαρθρωτικές προκλήσεις, ιδίως εκείνες που συνδέονται με τις χαμηλές επενδύσεις, με τη μείωση των αυξημένων φορολογικών συντελεστών της Ελλάδας, με τη χαλάρωση των επιχειρηματικών κανονισμών, με τη βελτίωση του πλαισίου αδειοδότησης επενδύσεων και με την προώθηση με ιδιωτικοποιήσεις», εξηγεί ο Steffen Dyck, Senior Vice President τού οίκου και υπεύθυνος για το rating της χώρας μας.

Ο κρίσιμος παράγοντας του Ταμείου Ανάκαμψης την οικονομία
Η αποτελεσματική απορρόφηση κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) στο πλαίσιο του NextGeneration EU θα είναι ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση των επενδύσεων και της μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης.

«Εκτιμούμε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να δει μια ώθηση στον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως έως το 2030 από τα κεφάλαια του RRF. Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία δέκα χρόνια, στο 10,4% τον Ιανουάριο του 2024, κάτω από το υψηλότερο επίπεδο 28% κατά το μεγαλύτερο μέρος του 2013, αλλά εξακολουθεί να είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ μετά την Ισπανία. Συγκεκριμένα, η ανεργία παραμένει υψηλή για τους νέους και τις γυναίκες. Η εισοδηματική ανισότητα είναι πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ και παρά τις βελτιώσεις από το 2015, το μερίδιο των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια είναι συγκριτικά υψηλό», εξηγεί ο Dyck.

Το δημογραφικό αποτελεί βασική διαρθρωτική αδυναμία
«Η Ελλάδα αντιμετωπίζει επίσης ένα εξαιρετικά δυσμενές δημογραφικό προφίλ λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, το οποίο επιδεινώνεται από τη μετανάστευση μεγάλου μέρους μορφωμένων νέων στα χρόνια της κρίσης. Το μερίδιο του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας στο σύνολο του πληθυσμού θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν εννέα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2050, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Eurostat. Αυτός είναι ο βασικός λόγος πίσω από τη συγκριτικά αδύναμη μακροπρόθεσμη δυνητική ανάπτυξη, την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΚ) προέβλεψε σε 1,1% για την περίοδο 2022-2070 στην Έκθεση για τη Γήρανση του 2024», συνεχίζει ο οίκος.

Το εξωτερικό ισοζύγιο παραμένει αρνητικό
Πριν από την πανδημία, η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει σημαντικά το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της, από περίπου 15% του ΑΕΠ στην κορύφωση του 2008 σε έλλειμμα μόλις 1,5% του ΑΕΠ το 2019. Ωστόσο, η πτώση του τουρισμού ως αποτέλεσμα της της πανδημίας του κορωνοϊού έχει οδηγήσει σε απότομη διεύρυνση του ελλείμματος κοντά στο 7% του ΑΕΠ το 2020 και το 2021. Οι υψηλές τιμές ενέργειας σε συνδυασμό με την ισχυρή κατανάλωση και τις επενδύσεις οδήγησαν σε περαιτέρω διεύρυνση στο 10,3% το 2022, αλλά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών βελτιώθηκε σημαντικά σε έλλειμμα 6,4% του ΑΕΠ το 2023 λόγω των χαμηλότερων εισαγωγών ενέργειας και των ισχυρών εσόδων από τον τουρισμό.

Ο ρόλος των θεσμών, της κοινωνίας και της δικαιοσύνης
«Βαθμολογούμε τους θεσμούς και τη διακυβέρνηση της Ελλάδας ως «baa2», δύο βαθμίδες χαμηλότερα από την αρχική βαθμολογία του «a3», αντανακλώντας το ιστορικό χρεοκοπιών της ελληνικής κυβέρνησης και το ιστορικό ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Η εκτίμησή μας για το «a» για την ποιότητα των νομοθετικών και εκτελεστικών οργάνων αντανακλά την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε τομείς όπως η φορολογική διοίκηση και η συμμόρφωση. Η Ελλάδα είναι επίσης μεταξύ των πρωτοπόρων στην εφαρμογή ορόσημων και στόχων μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ενώ θα χρειαστεί δέσμευση για πολλά χρόνια για να αποκομιστούν τα πλήρη οφέλη των θεσμικών αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη για τη δημιουργία μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης. Αυτές οι βελτιώσεις αρχίζουν να αντικατοπτρίζονται στους δείκτες διακυβέρνησης», συνεχίζει ο οίκος.